"Κ ο λ ι α ν τ α μ π α μ π ο υ" τοπικό έθιμο των Πύργων Εορδαίας στα κάλαντα των Χριστουγέννων -της πρωτοχρονιάς - των Φώτων
της Παρθένας Τσοκτουρίδου
Η παράδοση λέει ότι στους Πύργους Εορδαίας, σύμφωνα με το τοπικό τους έθιμο, κατά ομάδες οι νέοι από τα χαράματα πηγαίνουν από σπίτι
σε σπίτι για να ψάλλουν τα Κάλαντα και να πληροφορήσουν τους χωρικούς ότι την ημέρα αυτή γεννήθηκε ο Χριστός:« Χριστούς γεννήθηκε στη Βηθλεέμ σήκου να παμ' στη Κλησιά να δοξάσουμε τον Θεό γιατ' καλό που μας ήβρε».
Παίρνουν μαζί τους μια σακούλα για να βάλουν σ' αυτή τα κουλουράκια και κρατούν στο χέρι μια βέργα στην άκρη στρογγυλή για να χτυπούν τις πόρτες. Οι νοικοκυράδες τους δέχονται με μεγάλη χαρά και το θεωρούν τιμή τους όταν περνούν πολλά παιδιά από το αρχοντικό τους. Πολλοί από αυτούς προσφέρουν χρήματα που οι νέοι τα μοιράζονται στο τέλος. Όμως πάντοτε ένα ποσό προσφέρεται στην Παναγία για να μεγαλώσει τον Χριστό.
«Τα πιδιά με τους τουρβάδες γιμάτους από ξολουκέρατ κι κουλούρια του Χριστού μας, γυρίζουν στα σπίτια τους χαρούμνα».
Στη συνέχεια οι μητέρες ετοιμάζουν το πατροπαράδοτο μπακλαβά.
Το μεσημερ ούλοι τους κάθουνται στου τραπέζ' να φαν' τα φαγιά τα νόστιμα. Ύστερις τρώνε τον μπακλαβά τους' διότι η μάνα τους λέει πρέπει να τους διαβάς οι παπάς πρώτα. Του προυί όλου του χωριό παν' στην Κλησιά. Ο Παπάς απ' τον χουριό πάει πρώτος για να κτυπήσ' την καμπάνα μαζί με τον καντιλανάφτ.
Το έθιμο λέει ούλοι μας να κρατάμ κι' μια λειτουργιά μεγάλ. Η παπαδιά τις μαζεύ' στου πανέρτ της για να τρων ούλη τη βδομάδα τα παπαδοπαίδια τα. Όταν σχολνάει' η Κλησιά οι Μπαρμπα Μανώλτς με τη συντροφιά τ' πηγαίν' σ' ούλα τα σπίτια διότι είναι γηρά ποτήρια κι πίνουν ρακί μεταβρασμένου κι' λέν χρόνια πολλά, Χριστός γινάτ' σήμερα εν Βηθλεέμ την πόλ'.
Την ημέρα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς οι νεώτεροι πηγαίνουν στους συγγενείς τους και σε άλλα σπίτια για να ζητήσουν συγχώρεση. Επίσης αν δυο οικογένειες είναι τσακωμένες την ημέρα αυτή, επειδή γεννήθηκε ο Χριστός, οι μικρότεροι πηγαίνουν στα σπίτια των μεγαλυτέρων και ζητούν συγνώμη.
Την Πρωτοχρονιά ο νοικοκύρης του σπιτιού και αφέντης όλης της οικογένειας, κόβει την πίττα με το νόμισμα και σε όποιον πέφτει ο παράς, θεωρείται πολύ τυχερός. Πηγαίνει στην εκκλησία με το νόμισμα και ανάβει κερί. Την ημέρα των Φώτων μετά την λειτουργία πηγαίνουν στο ποτάμι και ρίχνουν τον Σταυρό ψάλλοντας όλοι μαζί το «Κύριε ελέησον».
Στην γιορτή τουν Φώτων πηγαίνουν ούλοι μετά την Κλησιά στου ποτάμ κι' ρίχνουν τον Σταυρό κι ούποιος τουν πιασει μαζεύ' πουλλές παράδες απ' του χουριό. Στου δρομ' για το ποτάμ' ο κυρ Μήτρους φωναζ' κύρια λέησουν πουλλές φορές κι' ούλοι μαζί ους το ποτάμι. Ο δάσκαλους με τους πρόεδρου κι' τον γραμματέα πούν' οι μουρφομέ του χουριού μας, φουνάζν' και ψέλνουν κι' αυτοινοί αλλά καθαρευουσιάνικα. Κύριε ελέησον - Κύριε ελέησον, κι εμείς τους θαυμάζουμ' με τα λεγόμενά τους.
Πηγή: «Η ΠΡΟΓΟΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΒΕΡΜΙΟΥ», ΠΑΡΘΕΝΑ ΤΣΟΚΤΟΥΡΙΔΟΥ, ΕΚΔ. 2002, ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΟΖΑΝΗΣ