Οι νεοφώτιστοι φανατικοί νεοφιλελεύθεροι οικολογούντες και «αριστεροί»(;) της δημοτικής τοπικής εξουσίας (του Νίκου Δινόπουλου)
Οι νεοφώτιστοι φανατικοί νεοφιλελεύθεροι οικολογούντες και «αριστεροί»(;)
της δημοτικής τοπικής εξουσίας δεν ανακαλύπτουν εν έτει 2018 τον τροχό, ούτε την πυρίτιδα. Έχουν ανακαλυφθεί πολύ πριν την εμφάνισή τους. Κατ’ αναλογία δεν είναι οι πρώτοι «σταυροφόροι» που αναλαμβάνουν την καταδίωξη και τον στιγματισμό των καπνιστών και του καπνίσματος.
Στην εφημερίδα «Καθημερινή» ο Θ. Δρίτσας στο άρθρο του «Ο Μαρκ Τουέιν και η ακραία αντικαπνιστική ηθικολογία» και πηγή το βιβλίο του Christopher Snowdon, «Velvet Glove-Iron Fist (μτφρ. Βελούδινο γάντι - Σιδερένια γροθιά) (εκδ. Little Dice 2009)», παρουσιάζει «το ταξίδι της συνήθειας του καπνίσματος, από την Κούβα του 15ου αιώνα μέχρι την Καλιφόρνια του σήμερα με ενδιάμεσους σταθμούς όπως η Γαλλία της Επανάστασης, η βικτωριανή Αγγλία, η ναζιστική Γερμανία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ισπανία του 1493 καταδικάστηκε από την Ιερά Εξέταση ο πρώτος Ευρωπαίος καπνιστής, στην Αγγλία το 1604 υπήρξε πολύ μεγάλη αύξηση στον φόρο του καπνού -όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα-, το 1676 στον Καναδά απαγορεύτηκε το κάπνισμα στους δρόμους, στις ΗΠΑ το 1899 ο αντικαπνιστικός ακτιβισμός κορυφώνεται και ζητεί την απαγόρευση του καπνίσματος, στη ναζιστική Γερμανία το κάπνισμα θεωρείται αισχρή εβραϊκή συνήθεια και το 1944 απαγορεύθηκε στα μέσα μαζικής μετακίνησης. […]».
Στο βιβλίο του «ο Christopher Snowdon καταλήγει στο συμπέρασμα ότι στο μέλλον αναμένεται η ανάπτυξη ενός ακτιβισμού γενικά εναντίον απολαύσεων, ο οποίος πιθανά θα διώκει τους καταναλωτές fast food, σοκολάτας, αλκοόλ και αρωμάτων». Ενδεικτικά και μόνο, το σερβίρισμα του καφέ στις πρωτοπόρες χώρες του «υγιεινισμού», έξω από τα καφέ-μπαρ στο πόδι, ακόμα και με βροχή και αντίξοες καιρικές συνθήκες με δόλωμα τη χαμηλότερη τιμή, μάλλον τον δικαιώνει. Οι νεοφώτιστοι φανατικοί νεοφιλελεύθεροι οικολογούντες και «αριστεροί»(;) «σταυροφόροι» της δημοτικής τοπικής εξουσίας, δηλώνουν αποφασισμένοι «να εφαρμόσουν τον αντικαπνιστικό νόμο» και -γιατί όχι;- αυτοί ή κάποιοι άλλοι στο μέλλον να αποφασίσουν να μας απαλλάξουν και από άλλες «μικρές ακόλαστες απολαύσεις».
Ειρωνεία: εν μέσω της εκστρατείας των υγιεινιστών «σταυροφόρων» της τοπικής δημοτικής εξουσίας η είδηση (εδώ):
«Ψηφίστηκε στην ολομέλεια της Βουλής από τους βουλευτές των κομμάτων ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Δημοκρατική Συμπαράταξη και Ποτάμι, το νομοσχέδιο για την παραγωγή της φαρμακευτικής κάνναβης».
Δικαιώθηκαν λοιπόν οι «αγώνες»(;) που έδωσαν εδώ και δεκαετίες οι ΜΚΟ, οι «φορείς» δημόσιοι και ιδιωτικοί και οι «συλλογικότητες ενεργών πολιτών» της «αφήγησης» και του μεταμοντέρνου… Μένει να νομιμοποιηθεί και η χρήση της για ψυχαγωγία. Υπομονή λοιπόν μέχρι την πλήρη δικαίωση των «αγώνων»(;)…
Είναι ίσως σύμπτωση πως στους «αγώνες»(;) για την νομιμοποίηση της φαρμακευτικής κάνναβης, στις «σταυροφορίες» καταδίωξης των καπνιστών, για τα δικαιώματα των ζώων, στις φιλανθρωπικές δραστηριότητες, στις θεωρίες της ατομικής «ταυτότητας», στις θεωρίες πως το φύλο -κόντρα στην επιστήμη της βιολογίας- είναι «κατασκευή» και σε κάθε μεταμοντέρνα νεοφιλελεύθερη καμπάνια, πρωταγωνιστούν ΜΚΟ και «φορείς» ή «συλλογικότητες ενεργών πολιτών» κάθε είδους που χρηματοδοτούνται αδρά από το αστικό κράτος και την ΕΕ.
Είναι ίσως σύμπτωση που δεν θα τους βρεις στους αγώνες ενάντια στους ακρωτηριασμούς και στα θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα, στους αγώνες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων ενάντια στις απολύσεις, στην ανεργία, στη φτώχεια και την εξαθλίωση της εργατικής τάξης, των συνταξιούχων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Ίσως γιατί δεν προσφέρονται για «άκαπνα πάρτι»…
Είναι ίσως σύμπτωση που δεν θα τους βρεις στους αγώνες για δωρεάν παιδεία, στους αγώνες ενάντια στις πολιτικές που διαλύουν τα νοσοκομεία, που ιδιωτικοποιούν την υγεία και κατεδαφίζουν το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Είναι ίσως σύμπτωση που δεν θα τους βρεις στους αγώνες ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πολέμους και τόσα άλλα που δεν είναι του παρόντος. Είναι γεγονός πως έχουν μια εκπληκτική ικανότητα να ανιχνεύουν τις επιθυμίες, τις προθέσεις και τα κελεύσματα της αστικής εξουσίας του καπιταλιστικού κράτους. Ίσως και αυτό να είναι σύμπτωση…
Ας δούμε πως περιγράφει -με βαρύτατους χαρακτηρισμούς- τις «μάχες» των «υγιεινιστών αντικαπνιστών σταυροφόρων» ο Michael Fitzpatrick, γιατρός στο Εθνικό Σύστημα Υγείας της Βρετανίας, στο βιβλίο του «Η τυραννία της υγείας»:
«Η εκστρατεία για τη ρύθμιση του τρόπου ζωής στους γνωστούς τομείς του καπνίσματος και του ποτού, της διατροφής και της σωματικής άσκησης απέκτησε μεγαλύτερη ένταση και ποικιλία. Μια όλο και πιο θορυβώδης εκστρατεία, που διακηρύσσει τα δεινά του παθητικού καπνίσματος (η οποία εξακολουθεί να βασίζεται κατά μεγάλο μέρος στα αμφισβητήσιμα στοιχεία που θα παρατεθούν στη συνέχεια), έχει προετοιμάσει το έδαφος για την απαγόρευση του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους (στο δρόμο που χάραξαν η Νέα Υόρκη, άλλες πόλεις των ΗΠΑ και η Ιρλανδία)».
[…]
«Μια μέρα του Φλεβάρη με τσουχτερό κρύο, το χειμώνα του 1987, αναγκάστηκα να διαρρήξω το σπίτι ενός ηλικιωμένου ζευγαριού, το οποίο είχε πεθάνει από ένα συνδυασμό λοίμωξης και υποθερμίας. Ενώ περίμενα το ασθενοφόρο, βρήκα κλειστό πάνω στο χαλάκι της εξώπορτας ένα αντίτυπο του ενημερωτικού φυλλαδίου με τον τίτλο «Μην Πεθάνετε από Άγνοια», το οποίο είχε διανεμηθεί σε 23 εκατομμύρια νοικοκυριά ως μέρος της εκστρατείας που έβαζε το έθνος σε επιφυλακή μπροστά στον κίνδυνο του AIDS. Τα μισά περίπου από αυτά τα νοικοκυριά περιλάμβαναν είτε ένα ηλικιωμένο ζευγάρι είτε ένα ηλικιωμένο άτομο που ζούσε μόνο του. (Μια ηλικιωμένη γυναίκα στο Ντόρσετ έγραψε σε μια εφημερίδα πανεθνικής κυκλοφορίας ρωτώντας: «Νομίζετε ότι αυτή η στοργική κυβέρνηση θα αντάλλασσε [ως αμεταχείριστο] το φυλλάδιό μου για το AIDS με έναν κουβά κάρβουνα;» Guardian, 15 Ιανουάριου 1987). […] Αυτή η εμπειρία με έκανε να καταλάβω τη γελοιότητα της εκστρατείας με το σύνθημα «Όλοι κινδυνεύουν», […] με έκαναν να αναρωτηθώ αν υπήρχε κάτι πιο ύπουλο στην όλη εκστρατεία».
Παρένθεση, διαβάστε εδώ: Οι «Αντουανέτες» της οικολογικής κίνησης Κοζάνης, […]
[…]
»Η δημόσια συζήτηση για το κάπνισμα […] δείχνει ολοένα λιγότερη ανοχή και περισσότερη προκατάληψη, κάτι που χωρίς αμφιβολία ενθαρρύνεται από το γεγονός ότι αυτοί οι ανθυγιεινοί τρόποι ζωής συγκεντρώνονται στα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας και στις εθνικές μειονότητες. […] Ωστόσο, αντί να ενωθούν για να υπερασπιστούν αυτή την υπόσταση του παρία, στην τεράστια πλειονότητά τους εκείνοι που στιγματίζονται από τις εκστρατείες της δημόσιας υγείας είναι, όπως τα μέλη μιας ομάδας θεραπείας, ενωμένοι μόνο μέσα στην υπαρξιακή τους οδύνη, στον αποκλεισμό τους από μια κοινωνία που είναι αφιερωμένη στην καθαρή και ενάρετη ζωή».
»Ωστόσο, οι άνθρωποι δείχνουν να ανησυχούν όλο και περισσότερο για την υγεία τους. […] Οι φόβοι που προκαλούνται και συντηρούνται από μια, κατά τα φαινόμενα, ατέλειωτη σειρά από φοβίες για την υγεία, και οι οποίοι ενισχύονται από την κυβέρνηση, [ακόμη περισσότερο, υποδαυλίζοντάς τους, με] τις εκστρατείες για τη δημόσια υγεία […]. [Michael Fitzpatrick: 21-22, 29-30]
Παράλληλα, με σημαίες την «ασφάλεια», την «εγκληματικότητα, την «τρομοκρατία», την ψηφιακή τεχνολογία να μας παρακολουθεί σε κάθε μας βήμα, έχουμε αποδεχτεί μια άνευ προηγουμένου επιτήρηση της προσωπικής μας ζωής. Πλην όμως: «Όσοι θυσιάζουν στοιχειώδεις ελευθερίες για λίγη ασφάλεια, δεν αξίζουν ούτε ελευθερία ούτε ασφάλεια», [Βενιαμίν Φραγκλίνος].
«Το διευρυνόμενο φάσμα της ιατρικής παρέμβασης, το οποίο χαρακτηρίζεται ως ιατρικοποίηση της ζωής, συνεπάγεται αλληλοσυνδεόμενες διεργασίες.
[…]
Η τάση να θεωρείται ότι οι άνθρωποι αρρωσταίνουν επειδή το θέλουν (όπως π.χ. στην άποψη ότι ο καρκίνος προκαλείται από το «στρες» ή την κατάθλιψη) ή επειδή το αξίζουν (επειδή καπνίζουν ή πίνουν υπερβολικά) […] και εκείνοι που προσβάλλονται από καρκίνο ή καρδιακή νόσο παρουσιάζονται, τουλάχιστον σ’ έναν βαθμό, ως αξιοκατάκριτοι για τον ανθυγιεινό τρόπο ζωής τους. […] Αν η αρρώστια είναι το κόστος της αμαρτίας […], η ιατρική έχει γίνει μια ημιθρησκευτική σταυροφορία εναντίον των παλαιών αμαρτημάτων της σάρκας. Η τάση να παραχωρεί η θρησκεία τη θέση της στην επιστήμη και να αναλαμβάνει ο επιστήμονας το ρόλο του ιερέα έχει γίνει γνώρισμα της νεότερης κοινωνίας από την εποχή του Διαφωτισμού.
[…]
Αυτό […] καθιερώνει ένα δεσμό ανάμεσα στη φυσική κατάσταση και τον ηθικό χαρακτήρα. Υπαινίσσεται ότι η αυτοπειθαρχία και η εγκράτεια, η «ταπείνωση της σάρκας», μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής, κατά μια έννοια μέσα από τον εξαγνισμό της ψυχής. Ακόμη πιο ύπουλα και προσβλητικά, υπαινίσσεται επίσης ότι η σωματική βλάβη ή η αρρώστια είτε μαρτυρά είτε συνεπάγεται έκλυση ηθών, μια «κακή» ζωή». [Michael Fitzpatrick: 48 σ. 51]
Άσχετα αν η σαδιστική επιθετικότητα του κεφαλαίου έχει σαν αποτέλεσμα την καταστροφή της προσωπικής μας ζωής όπως και τις ζωές της συντριπτικής κοινωνικής πλειοψηφίας, όλοι μας έχουμε ακούσει σε άπειρες παραλλαγές πως τουλάχιστον «έχουμε την υγεία μας» και «πόσο πολύτιμη είναι η ζωή»…
«Σ’ αυτό το κήρυγμα, η υγεία υποβιβάζεται σε πηγή παρηγοριάς για ανθρώπους που έχουν παραιτηθεί από κάθε υψηλότερη φιλοδοξία. Σε μια κοινωνία χαμηλών προσδοκιών, ο σκοπός της ανθρώπινης ύπαρξης επανορίζεται ως επιδίωξη στο να παραταθεί η διάρκειά της.
Υπό την κάλυψη της αμφίβολης ιδέας ότι μια παρατεταμένη ζωή (με οποιοδήποτε κόστος για τον εαυτό μας και την κοινωνία) είναι καλή για μας, [οι κυβερνήσεις προτείνουν, ακόμη και επιβάλλουν, τη δική τους] εκδοχή για το τι είναι καλή ζωή. Αυτή η καλή ζωή δεν είναι απλώς μια πιο μακρόχρονη ζωή, αλλά μια πιο μακρόχρονη ζωή που διάγεται υγιεινά, δηλαδή ενάρετα.
Από τη στιγμή που η υγεία συνδέεται με την αρετή, τότε η ρύθμιση του τρόπου ζωής εν ονόματι της υγείας γίνεται ένας μηχανισμός για την αποτροπή του κακού και την πειθάρχηση της κοινωνίας ως συνόλου[…]. [Michael Fitzpatrick: 51-52]
Ναι! Η ζωή είναι πολύτιμη, αλλά όχι μέσα στον αποκλεισμό, στη φτώχεια και στην εξαθλίωση. Την πολύτιμη ζωή με αξιοπρέπεια, αυτή πρέπει να διεκδικήσουμε, να αγωνιστούμε και να κερδίσουμε. Για τούτο και η μανία καταδίωξης των καπνιστών από τους ζηλωτές της αντικαπνιστικής υστερίας είναι επικίνδυνη καθώς δεν θίγει σε τίποτα τις πολιτικές του αχόρταγου για κέρδος καπιταλιστικού κτήνους ενάντια στους ρημαγμένο κόσμο της εργασίας και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων…
Εν κατακλείδι προστρέχω «στο άρθρο του Αμερικανού συγγραφέα Mαρκ Tουέιν, που δημοσιεύθηκε στις 17 Ιουνίου 1865 σε εφημερίδα με τίτλο «The Moral Statistician» (μτφρ. «Ο ηθικός στατιστικολόγος»). Το άρθρο απαντά σε όσους φανατικά κυνηγούν τους καπνιστές (μτφρ. από το πρωτότυπο, Γρηγόρη Λάσκαρη):
«Δεν θέλω καμία από τις στατιστικές σας. Τις χρησιμοποίησα όλες για να ανάψω την πίπα μου. Μισώ το σινάφι σας. Συνέχεια προσπαθείτε να αποδείξετε πόσο βλάπτεται η υγεία του ανθρώπου, πόσο πολύ παρεμποδίζεται η διανοητική του λειτουργία και πόσα δολάρια ξοδεύει κατά τη διάρκεια των 92 χρόνων της ζωής του στην απόλαυση της μοιραίας συνήθειας του καπνίσματος, αλλά και στην εξίσου μοιραία απόλαυση του καφέ και του μπιλιάρδου και κανενός ποτηριού κρασί μαζί με ένα ωραίο δείπνο. Kαι ποτέ δεν προσπαθήσατε να ανακαλύψετε πόση παρηγοριά, χαλάρωση και απόλαυση αντλεί κατά τη διάρκεια της ζωής του ένας άνθρωπος από το τσιγάρο (όλα αυτά αξίζουν δέκα φορές τα λεφτά που θα εξοικονομούσε αν δεν κάπνιζε), ποτέ δεν μπήκατε στον κόπο να υπολογίσετε το φρικτό κόστος της απώλειας της ευτυχίας μιας ζωής χωρίς κάπνισμα. Φυσικά και μπορείτε να εξοικονομήσετε κάποια χρήματα αρνούμενοι για πενήντα χρόνια να υποκύψετε σε όλες αυτές τις μικρές ακόλαστες απολαύσεις. Αλλά τι θα τα κάνετε; Πού θα τα ξοδέψετε;
Τα χρήματα δεν μπορούν να σώσουν την απειροελάχιστη ψυχούλα σας.
Τώρα που σας τα είπα, τα μάθατε πια όλα αυτά. Έτσι δεν είναι; Για ποιο λόγο τότε θέλετε να ζήσετε ισχνοί και μαραμένοι μέχρι τα βαθιά σας γεράματα; Για ποιο λόγο μαζεύετε χρήματα, αφού σας είναι τελείως άχρηστα; Εν ολίγοις, γιατί δεν πάτε να πεθάνετε κάπου αλλού, αντί να προσπαθείτε με τις μοχθηρές σας “ηθικές στατιστικές” να πείσετε τους ανθρώπους να γίνουν το ίδιο στεγνοί και αγέλαστοι με εσάς;» [«Καθημερινή», Θ. Δρίτσας, «Ο Μαρκ Τουέιν και η ακραία αντικαπνιστική ηθικολογία»].
*Το παρένθετο για τη φαρμακευτική κάνναβη, πολύτιμη συμβολή του συντρόφου και φίλου Π.Μ.
Νίκος Δ.