It’s not real
Λίγες μέρες πρίν, στις 9 Αυγούστου του 2014, οι βόμβες έπεφταν ακόμα στην Γάζα και έκαναν πολύ θόρυβο και σκόρπιζαν τον θάνατο, την καταστροφή και τα ερείπια. Εκείνη την ίδια μέρα όμως, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ένας ανέμελος 37χρονος μαύρος άνδρας
ονόματι John Crawford έμπαινε σε ένα WallMart, μάλλον για να αγοράσει παιχνίδια. Κάτι που στην Αμερική, φαίνεται ότι μπορεί να τιμωρηθεί πολύ σκληρά.
Λίγα λεπτά αργότερα, ο Crawford ήταν ξάπλα στο πάτωμα, με αίμα γύρω του να λιμνάζει και δυο μπάτσους να τον σημαδεύουν με καπνισμένα όπλα. Είχε πάει στο κατάστημα με σκοπό να αγοράσει κάτι, μάλλον ένα όπλο-παιχνίδι, ψεύτικο. Οι μπάτσοι υπέθεσαν ότι είναι αληθινό και άδραξαν την ευκαιρία να μοιάσουν στον Επιθεωρητή Κάλαχαν η τον Δικαστή Ντρέντ: πρώτα πυροβόλησαν και μετά έκαναν ερωτήσεις. Το μόνο που πρόλαβε να πεί ο Crawford ήταν μια φράση: “it’s not real”. Φυσικά σύμφωνα με την αστυνομία του Ohio, όπου έγιναν όλα αυτά, τα πράγματα δεν είναι έτσι και απειλούταν η ζωή των αστυνομικών και είχαν μια ανώνυμη καταγγελία και η αστυνομία μας προστατεύει όλους και θα γίνει ΕΔΕ. Μια δεύτερη πελάτισσα επίσης έχασε την ζωή της, πάνω στον πανικό των πυροβολισμών. Τα δύο όργανα που πυροβόλησαν, τέθηκαν σε διοικητική άδεια, μετ’ αποδοχών.
Ο Mike Brown πάλι, δεν μπήκε σε ένα πολυκατάστημα για να αγοράσει ψεύτικα όπλα.Έκανε το ακριβώς αντίθετο: έβγαινε από αυτό. Η αστυνομία ισχυρίζεται ότι είχε μια καταγγελία από τους εργαζόμενους του καταστήματος ότι ο 18χρονος Mike είχε κλέψει κάτι, αξίας 1.50 δολαρίου. Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι του καταστήματος αντίθετα, λένε ότι δεν ειδοποίησαν ποτέ την αστυνομία για κλοπή. Παρόλα αυτά, βγαίνοντας ο Mike, πέφτει σε έναν μπάτσο, ο οποίος, ίσως μετά από διαπληκτισμό, τον πυροβολεί 2 φορές μέσα από το περιπολικό ενώ αυτός έχει τα χέρια στον αέρα. Στην συνέχεια βγαίνει από το αυτοκίνητο, τον πλησιάζει και τον πυροβολεί αρκετές φορές (γύρω στις 8, σύμφωνα με μαρτυρίες) εν ψυχρώ.
Η αστυνομία φυσικά ισχυρίζεται ότι ο Brown τους επιτέθηκε, ακολούθησε διαπληκτισμός και τα γνωστά που λέγονται πάντα σε αυτές τις περιστάσεις. Τέλος πάντων, ο Mike Brown, που την Δευτέρα θα άρχιζε να πηγαίνει στο πανεπιστήμιο, βρέθηκε και αυτός σε μια λίμνη αίματος, στο πεζοδρόμιο του Ferguson των ΗΠΑ. Το σώμα του μάλιστα αφέθηκε σε κοινή θεά για αρκετές ώρες, μέχρι να τελειώσουν οι μπάτσοι την έρευνα και να το μαζέψουν. Μια μικρή προειδοποίηση στην γειτονιά για το ποιος κάνει κουμάντο εδώ και ποιος έχει την άδεια ουσιαστικά, να σκοτώνει και να τιμωρεί. Φυσικά, οι δύο μπάτσοι τέθηκαν σε διοικητική άδεια, μετ’ αποδοχών.
Τα θύματα των δύο αυτών περιστατικών, είχαν ένα κοινό: ήταν μαύροι. Και αυτό έπαιζε και παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην Αμερική. Δεν είναι θέμα χρώματος όμως, είναι κατά βάθος, θέμα τάξης. Μιας και το δει κανείς απ’ αυτή τη σκοπιά, οι δύο ιστορίες εκτοξεύονται, απλώνονται και ανάγονται σε ολόκληρο τον πλανήτη, σε κάθε χώρα, σε κάθε αστυνομία και σε κάθε κοινωνία. Το Κράτος και η Βία πάνε μαζί εξάλλου· οι αρχαίοι Έλληνες στην μυθολογία τους τους θεωρούσαν αδέρφια.
Ο Θανάσης Καναούτης, αν και λευκός, πέρσυ στις 13/8 βρέθηκε και αυτός νεκρός στον δρόμο, σαν τον Mike Brown. Λίγο πολύ, για τον ίδιο λόγο: ο ένας “έκλεψε” και ο άλλος ήταν “τζαμπατζής”, σύμφωνα πάντα με τους γνωστούς που δεν χρειάζεται να αναφερθούν πάλι, για λόγους κυρίως υγείας. Εντελώς τυχαία, το ποσό του εισιτηρίου που δεν πλήρωσε ο Καναούτης είναι περίπου ίδιο με το ποσό του αντικειμένου που “εκλεψε” o Brown. Αυτό το ευτελές ποσό, το πλήρωσαν με την ζωή τους. Η κοινή γραμμή που τους συνδέει και τους τρείς (και άπειρους άλλους, ανά τον πλανήτη και ανά τις εποχές), είναι ότι ήταν φτωχοί. Πέθαναν ουσιαστικά, για τον ίδιο λόγο, το χρήμα· ή μάλλον, την έλλειψη αυτού.
Ο ταξικός πόλεμος δεν σταματά ποτέ: όσο υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, είναι δεδομένο ότι θα υπάρχει αναταραχή. Κάποιες φορές υποβόσκει, κάποιες φορές ξεσπά. Κάποιες φορές καταστέλλεται ήσυχα, κάποιες φορές με σφαίρες. Πάντα όμως ο ίδιος πόλεμος με άπειρες στην ιστορία μάχες.Μόνο που στα χρόνια μας, αυτός ο πόλεμος φαίνεται να είναι μονόπλευρος. Δεν υπάρχει πραγματική σύγκρουση, υπάρχει μόνο η μία υπερεξοπλισμένη, κυρίαρχη, καλά οργανωμένη, με άφθονους πόρους πλευρά που επιτίθεται ανελέητα στην άλλη. Κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων, αναδιανομή πλούτου από τα χαμηλά στρώματα στις οικονομικές ελίτ, ισοπέδωση των πολιτικών δικαιωμάτων, εξαφάνιση κάθε θεσμικής δυνατότητας της πλειοψηφίας να παρεμβαίνει: η μια πλευρά νικά και το κάνει μάλιστα με σχετική άνεση. Οι αντιστάσεις είναι μικρές και αδύναμες, ακόμα. Και οι απώλειες, μονόπλευρες. Δεν θα βρεί κανείς πολλούς εκατομμυριούχους ξαπλωμένους στο δρόμο μέσα στο αίμα τους από σφαίρα αστυνομικού, ούτε υπάρχουν πολλοί από δαύτους στις φυλακές. Θα τους βρείς στην Μύκονο, να κάνουν πάρτυ με τα κλεμμένα και να μην δίνουν δεκάρα για την “κατακραυγή”. Δεν νοιάζονται γιατί ξέρουν ότι έχουν ασυλία, ξέρουν ότι σε αυτόν τον πόλεμο κερδίζουν, ξέρουν ότι οι νικητές γράφουν τους κανόνες και αποκτούν ήδη την αλαζονεία του κυρίαρχου που θεωρεί ότι τίποτε δεν μπορεί να τον σταματήσει. Οι ηττημένοι είτε βγάζουν τον σκασμό, είτε βρίσκονται σαν τον Καναούτη και τον Brown, νεκροί στον δρόμο.
Σε αυτόν τον ανάποδο κόσμο, κάθε έγκλημα εξετάζεται από ποσοτικής άποψης: τα 1.50 δολάρια ή τα 1.40 ευρώ βαραίνουν σαφώς περισσότερο από τα κλεμμένα εκατομμύρια ή το ξέπλυμα μαύρου χρήματος ή τις διάφορες τραπεζικές κομπίνες. Η κυρίαρχη πλευράδεν εξετάζει την πράξη την ίδια, αλλά το ποιος την έκανε· όπως σε κάθε κατοχή, τα εγκλήματα του κατακτητή δεν θεωρούνται έγκλημα, ενώ οι πράξεις των κατακτημένων τιμωρούνται σκληρά, ακόμα και αν είναι μικρότερης βαρύτητας. Πάντα όμως, το θύμα πρέπει να μετατρέπεται σε θύτη· βασικό αξίωμα όταν δολοφονείς έναν φτωχό. Επιτρέπει τον χαρακτηρισμό του γεγονότος ως “μεμονομένο”, επιτρέπει την διατήρηση του ηθικού πάνω χεριού, καλή ώρα της αστυνομίας σαν μια δύναμη που “προστατεύει” ακόμα και αν κάποιες φορές συμβαίνουν ατυχήματα. Επιτρέπει την διαιώνιση της επιλογής της εκτέλεσης κάποιου φτωχού για παραδειγματισμό την επόμενη φορά και περιορίζει τις όποιες αντιδράσεις. Κυρίως όμως, γεμίζει την κοινωνία με τους γνωστούς “ναι αλλά…”, αυτούς που ψάχνουν να βρούν δικαιολογίες για να μην εγκαταλείψουν την πίστη τους στους κυρίαρχους θεσμούς, που τους αποσπά από το ενοχλητικό καθήκον του να αντικρύσουν την κατάσταση όπως είναι: ένας αυξανόμενης έντασης πόλεμος. Και αυτός είναι αληθινός, πολύ αληθινός, το εντελώς αντίθετο από το ψεύτικο όπλο του νεαρού μαύρου άνδρα στην Αμερική.