Για την ανεπίτρεπτη πολυτέλεια μιας κυβερνητικής αποτυχίας
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΣΙΑΚΑΛΟΥ
ομότιμου καθηγητή Παιδαγωγικής ΑΠΘ
Δημοσιεύτηκε: Πέμπτη, 5 Φεβρουαρίου 2015 | ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Στα μαθήματά του «Για την Παιδαγωγική», ο φιλόσοφος Ιμάνουελ Καντ σημείωνε με έμφαση ότι τα πιο δύσκολα πράγματα στην ανθρώπινη κοινωνία είναι η διακυβέρνηση μιας χώρας και η αγωγή (παιδεία και εκπαίδευση) της επόμενης γενιάς. Ειδικά μάλιστα για τη δεύτερη πρόσθετε ότι, ακριβώς εξαιτίας της ιδιαίτερης σημασίας και δυσκολίας της, πρέπει να τη σπουδάζει κανείς ως επιστήμη για να έχει θεμελιωμένη άποψη.
Όμως σ’ εμάς αυτά σχεδόν ποτέ δεν είχαν σημασία. Σ’ εμάς, η άνεση με την οποία στο καφενείο βγαίνει από τα χείλη η φράση «εγώ, αν ήμουν μια μέρα υπουργός…» αποκτούσε σάρκα και οστά στα υπουργεία. Μεγάλο μέρος της μιζέριας μας έχει σχέση με αυτό το γεγονός: δηλαδή, την έλλειψη συνείδησης ότι χρειάζονται συγκεκριμένες γνώσεις και ικανότητες για την ανάληψη της ευθύνης άσκησης διακυβέρνησης σε έναν τομέα. Γιατί ο διορισμός σε μία κυβερνητική θέση αυτό (πρέπει να) σημαίνει: ανάθεση και ανάληψη ευθύνης, και όχι επιβράβευση για κάτι που δεν έχει σχέση με το συγκεκριμένο αντικείμενο.
Πεπεισμένος για την αλήθεια των παραπάνω, σε όλη τη ζωή μου αισθανόμουν ότι πέραν από τις σαφείς διαφορές μου με όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις σε ό,τι αφορά το σύστημα αξιών και την ιδεολογία, με ξένιζε και με ενοχλούσε, επιπλέον, η περιφρόνησή τους αυτής της αλήθειας: ότι η διακυβέρνηση είναι δύσκολη υπόθεση, και συνεπώς για να την ασκείς με επιτυχία δεν αρκεί η καλή θέληση. Και ότι φυσικά το ίδιο, και λίγο παραπάνω, ισχύει για την Παιδεία.
Ας είναι! Αυτά συνέβαιναν μέχρι σήμερα, και (πολλοί από εμάς επιθυμούν διακαώς να) ανήκουν πια στο παρελθόν. Κι αυτό, το επιθυμούμε όχι μόνον για συναισθηματικούς λόγους, που έλκουν την καταγωγή τους από το γεγονός ότι γι’ αυτήν την τομή, που έφεραν οι εκλογές, χιλιάδες δικοί μας άνθρωποι έδωσαν ακόμη και τη ζωή τους, και εκατομμύρια την ανάλωσαν για να προετοιμάσουν τον ερχομό της. Επιθυμούμε τη βαθιά τομή για έναν απλό λόγο: διότι τα πράγματα που ορθώνονται μπροστά μας σήμερα είναι τόσο δύσκολα, ώστε δεν έχουμε την πολυτέλεια να αποτύχει αυτή η κυβέρνηση. Αυτή την πολυτέλεια δεν την έχει κανένας και καμιά μας, ανεξάρτητα εάν προηγουμένως ποθούσε αυτή την κυβέρνηση, ή, αντίθετα, έβλεπε με επιφυλακτικότητα την έλευσή της. Δεν έχουμε την πολυτέλεια, διότι μια αποτυχία θα έβαζε τη χώρα μας για μακρά περίοδο σε ένα δρόμο κοινωνικής και πολιτικής οπισθοδρόμησης.
Δεν ξέρω εάν στην κυβέρνηση γνωρίζουν και συμμερίζονται τη ρήση του Καντ. Ελπίζω όμως ότι γνωρίζουν πως η επιτυχία τους εξαρτάται βέβαια από το βαθμό εκπλήρωσης των προεκλογικών υποσχέσεων στον τομέα της οικονομίας, αλλά πολύ περισσότερο θα εξαρτηθεί από την ικανότητά τους να διαχειριστούν με ειλικρίνεια και πειθώ την απογοήτευση για όσα δεν θα γίνει δυνατόν να εκπληρωθούν (εξαιτίας κυρίως της διεθνούς συγκυρίας, η οποία πολύ πιθανόν να λειτουργήσει απαγορευτικά για πολλά από τα άλματα προόδου που εμείς θα θέλαμε να κάνουμε). Όμως για να το καταφέρει αυτό η κυβέρνηση θα πρέπει να επιστρατεύσει τον καθαρό λόγο της Αριστεράς (στον οποίο κεντρική θέση έχουν οι έννοιες καπιταλισμός και ιμπεριαλισμός), και ταυτόχρονα πρέπει να καταπολεμήσει την εθνικιστική και ναζιστική ρητορεία, που θα έλθει για να δώσει μια απλοϊκή και συνάμα καταστροφική ερμηνεία των αποτυχιών. Την επιστράτευση του αριστερού λόγου – λόγου, όχι αριστεροφανούς ρητορείας!- τη χρειαζόμαστε ήδη σήμερα. Και την καταπολέμηση της εθνικιστικής και της ναζιστικής ρητορείας επίσης. Γιατί αλλιώς η σύμπλευση με τους Ανεξάρτητους Έλληνες μπορεί να αποβεί μοιραία. Ως προς αυτό δεν έχω καμιά αμφιβολία.
Δεν μπορώ να προβλέψω σε ποιο βαθμό θα θελήσει ή θα μπορέσει να ανταποκριθεί σ’ αυτή την ανάγκη η κυβέρνηση. Θεωρώ όμως ότι αυτό το εγχείρημα είναι τόσο σοβαρό, ώστε δεν έχουμε το δικαίωμα να προσδοκούμε την επιτυχία του (αποκλειστικά) από εκείνη. Η ερμηνεία αυτών που συμβαίνουν στη χώρα μας και στην Ευρώπη με επιστημονικό λόγο και όχι με ψεκασμένες ή εθνοφυλετικές θεωρίες, η αντιμετώπιση του ναζισμού, η διεύρυνση της καθημερινής πρακτικής αλληλεγγύης με όσους υποφέρουν, η συμπαράταξη με τις κοινωνικές κατηγορίες που υφίστανται διακρίσεις, η καλλιέργεια της προθυμίας και η ενίσχυση της αποφασιστικότητας των ανθρώπων να συμμετάσχουν στην αλλαγή του κόσμου με την ενεργή δημιουργική πράξη τους – όλα αυτά είναι δική μας υπόθεση. Αν η δική μας δραστηριότητα συμβαδίζει με τις ενέργειες της κυβέρνησης, τότε καλύτερα για όλους. Αν η κυβερνητική πολιτική χαρακτηρίζεται από ελλείψεις ή/και λάθη, τότε θα είναι η δική μας πράξη που θα προστατεύει το δρόμο προς την πρόοδο και θα κλείνει το δρόμο στις δυνάμεις του ανορθολογισμού και/ή της κοινωνικής αναλγησίας.
Να τος, και πάλι, ο Αναγνωστάκης, ο ποιητής του ορθού λόγου και της αριστερής τρυφερότητας, να μας παροτρύνει: «Ξανά πίσω δεν πρέπει να γυρίσουμε. Χρέος μας είναι πια να μη γυρίσουμε».
Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μη γυρίσουμε. Την άλλη εβδομάδα ξεκινώ με τα (επαναλαμβανόμενα) σεμινάριά μου για εκπαιδευτικούς με θέμα «Η ναζιστική ιδεολογία και η αντιμετώπισή της στο σχολείο και στην κοινωνία». Και αμέσως μετά τα σεμινάρια με θέμα «Η Αριστερά για την εκπαίδευση».