Το διακύβευμα της Συμφωνίας [Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης]
Πολιτικές εντάσεις, παρασκηνιακές κινήσεις, μικροκομματικοί σχεδιασμοί, συσχετισμοί δύναμης, παρακρατικοί μηχανισμοί συγκεντρώνονται με τρόπο εκρηκτικό αυτές τις μέρες γύρω από το ζήτημα τη συμφωνίας με το γειτονικό κράτος.
Βλέπω ότι η συζήτηση που κουβαλάει προκαταλήψεις, υποθάλπει εντάσεις και γεννά φανατισμούς έχει από καιρό χάσει τον ορθολογικό της χαρακτήρα. Αυτή λοιπόν η μέρα της σχετικής ανάπαυλας είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία που έχουμε για μια πιο νηφάλια θεώρηση των πραγμάτων.
Όσον αφορά εμένα, η θέση μου είναι από καιρό δηλωμένη, αλλά νιώθω την ανάγκη μέσα σε όλες αυτές τις κραυγές μίσους να την επαναλάβω. Ότι η συγκεκριμένη διαπραγμάτευση επιλύει ένα χρονίζον πρόβλημα στη βάση της εθνικής γραμμής που εκφράστηκε στο Βουκουρέστι, αποσυνδέει πολιτιστικά και γλωσσικά το τωρινό κράτος από τους μακρινούς κατοίκους της περιοχής, εδραιώνει σχέσεις καλής γειτονίας, ενισχύει την ασφάλεια των Βαλκανίων, μειώνει την παρεμβατικότητα της Τουρκίας και προωθεί τη δυνατότητα εμπορικών και πολιτιστικών ανταλλαγών.
Όλα αυτά βέβαια είναι λίγο πολύ γνωστά, κατά καιρούς εκφρασμένα με τεκμηριωμένο τρόπο. Η όποια αμφισβήτησή τους μοιάζει τις πιο πολλές φορές προσχηματική, εκφέρεται μόνο χάριν αντιπολιτευτικής διάθεσης κι υστερεί σε επιχειρήματα αλλά κυρίως σε προτάσεις για το τι μέλλει γενέσθαι. Οπότε κενή περιεχομένου προσφεύγει σε παραδοξολογίες, όπως για παράδειγμα αυτή που αρνείται τις συνταγματικές ρυθμίσεις ως επαρκή εγγύηση ή την άλλη που αρνείται ακόμη και τη γεωγραφική χρήση του επιθέτου «μακεδονικός» από τους γείτονες, και ακόμη χειρότερα επιδίδεται σε ό,τι πολύ καλά ξέρει να κάνει εδώ και δεκαετίες: βγάζοντας τα φαντάσματα απ’ τις ντουλάπες, ανακαλώντας φοβικά σύνδρομα, καλλιεργώντας τον διχαστικό λόγο και κλείνοντας συνωμοτικά το μάτι στους επίγονους των Γκοτζαμάνηδων.
Κι έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα η συμφωνία αυτή ξεπερνά κατά πολύ τον εαυτό της, παύει να αφορά μόνο τις σχέσεις με το γειτονικό κράτος και εξελίσσεται σε μια πολιτική και ιδεολογική αναμέτρηση, όπου δύο διαφορετικές εικόνες, δύο διαφορετικές παραστάσεις, δύο διαφορετικές προοπτικές για τον τόπο συγκρούονται. Όχι, το όνειρό μου για αυτή τη χώρα του ήλιου, της θάλασσας, της επικοινωνίας, της φιλοξενίας και της προόδου δεν είναι η φοβική, μίζερη, οπισθοδρομική, συνωμοσιολογική και χολερική Ελλάδα την οποία αυτοί μου υπόσχονται.