Δικέφαλο φίδι (του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη)
Τέσσερα μέτρα φίδι γυρόφερνε στα μέρη μου με δύο μάλιστα κεφάλια. Ανάμεσα στις ακακίες της πηγής ήταν η φωλιά του, μακριά πέρα απ’ το δάσος.
Στις τελευταίες κουταλιές απ’ το αβγό ή το ρυζόγαλο, που ’κλεινα το στόμα κι έκανα τον ζόρικο, ερχόταν έξω απ’ το σπίτι. Ότι θα ανοίξει την πόρτα έλεγε η μάνα μου και θα τ’ αφήσει να μπει μέσα. Κιτρίνιζα εγώ απ’ τον φόβο μου, ακόμη και τα τσόφλια του αβγού ή το μπολάκι του ρυζόγαλου ήμουν έτοιμος να φάω. Με το που τέλειωνα, το φίδι απομακρυνόταν απ’ την αυλή κι εγώ μπορούσα, επιτέλους, να πάω έξω για να παίξω.
Ξέρω ότι από παιδοψυχολογικής άποψης είναι ανεπίτρεπτα όλα αυτά. Αλλά με τέτοιους μύθους μεγάλωσα, ακόμη πονάω τους λύκους, τις αρκούδες, τις πονηρές τις αλεπούδες σαν να ’ταν κατοικίδιά μου.
Να, ήμουν τις προάλλες περίπατο στο δάσος κι ανέβηκα μέχρι την πηγή. Ένας εκσκαφέας είχε ξεριζώσει όλες τις ακακίες. Ούτε σταγόνα πια δεν στάζει. Δεν στεναχωρήθηκα μόνο για τη σαρωμένη ομορφιά. Πάει η πηγή για το φιδάκι μου, σκέφτηκα. Δεν θα βρεθεί καμιά άλλη φωλιά να το χωρέσει.
ΠΗΓΗ: www.artinews.gr