ΤΟ ΘΗΡΙΟ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ - Γράφει η Ολυμπία Τσικαρδάνη
Το πολιτικό σύστημα έχει εκπαιδεύσει άριστα -και με το αζημίωτο- τα Μ.Μ.Ε. ώστε να αποδυθούν σ’ έναν αγώνα δρόμου προκειμένου να ενοχοποιήσουν τις ανθρώπινες κοινότητες για την αύξηση των κρουσμάτων covid-19, για να καλύψει τις δικές του αστοχίες,
τα ημίμετρα ή την ανεπάρκειά του. Αντίθετα, κρατά τα εύσημα για τον εαυτό του, στις περιπτώσεις που η κατάσταση είναι ελεγχόμενη. Γνωστή η τακτική κι από την εποχή της επιβολής των μνημονίων. Ενοχοποιείς έναν ολόκληρο λαό, τον πείθεις ότι φταίει για όσα θα συμβούν, και μένεις στο απυρόβλητο των επιθέσεων, αφήνοντάς τον κόσμο να αλληλοφαγωθεί, ενεργοποιώντας τους μηχανισμούς του κοινωνικού αυτοματισμού. Οι πολίτες, πέφτουν στην παγίδα της αναζήτησης ενόχων ανάμεσά τους, και επιδίδονται στο άχαρο και άδικο σπορ της ανθρωποφαγίας.
Μια τέτοια κατάσταση ζούμε τις τελευταίες μέρες στο νομό Κοζάνης, που βρέθηκε στο επίκεντρο της επιδημιολογικής έξαρσης λόγω της αύξησης των κρουσμάτων. Τα κοινωνικά δίκτυα πήραν φωτιά με ένθεν κακείθεν κατηγορίες στους «απρόσεκτους», «επικίνδυνους» και «χαλαρούς» πολίτες που άφησαν τον ιό να μεταδοθεί. Ακολούθησε μια άνευ προηγουμένου στοχοποίηση των «θετικών» στα τεστ πολιτών, προσωπικά δεδομένα βγήκαν στη φόρα, και μια ολόκληρη κοινωνία κατηγορήθηκε δριμύτατα από δημοσιογραφίσκους των διαπλεκόμενων καναλιών «ότι φταίει»…
Κι όμως. Οι άνθρωποι εδώ, δεν έκαναν κάτι διαφορετικό από ό,τι γίνεται σε άλλες πόλεις της χώρας ή άλλες χώρες. Παντού, σε σχολεία, καταστήματα, υπηρεσίες είχε εφαρμοστεί το μέτρο της μάσκας, ουρές ανθρώπων περίμεναν υπομονετικά έξω από το νοσοκομείο ή τους δημόσιους χώρους και περιορίστηκαν οι κινήσεις στις πόλεις μας, με ορατά τα σημάδια ερήμωσης. Έτσι, έγιναν στόχος τα καφέ της πλατείας που γέμιζαν κόσμο. Την ίδια στιγμή, σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας και στα νησιά, υπάρχουν ακόμα τουρίστες, τα καφέ στις πλατείες σφύζουν από ζωή, και οι πεζόδρομοι με τα τουριστικά καταστήματα κατακλύζονται από επισκέπτες. Μου το βεβαίωσε φίλος μου που ζει στην Κρήτη. Γιατί λοιπόν εδώ και όχι εκεί; Γιατί η αναζήτηση της εξήγησης «στην πολυκοσμία», βρίσκεται σε λάθος κατεύθυνση, και μάλιστα όταν βλέπουμε αύξηση των κρουσμάτων και σε εξαιρετικά αραιοκατοικημένα, για να μην πω έρημα, χωριά.
Το να ψάχνουμε λοιπόν αποδιοπομπαίους τράγους για να ρίξουμε πανικόβλητοι το ανάθεμα, μας γυρίζει πίσω ολοταχώς στο μεσαίωνα της άγνοιας. Η φύση έχει αποδείξει επανειλημμένα, ότι είναι ισχυρότερη από τον άνθρωπο, παρά τις επίμονες προσπάθειες του να τη νικήσει. Ένας αόρατος και απρόβλεπτος ιός ήταν αρκετός για να προκαλέσει ανεξέλεγκτες συνέπειες σε όλο τον πλανήτη, αποδομώντας τις ψευδαισθήσεις της Δύσης πως μπορεί να «ελέγξει» τα πάντα, και αποκάλυψε «τη γύμνια του καπιταλισμού» στον τομέα της υγείας, που χωρίς σοβαρή χρηματοδότηση,
ήταν το πρώτο θύμα του.
Βλέποντας πρόσφατα τη σειρά «Το νησί» που περιγράφει την εποχή του αποκλεισμού των λεπρών στη Σπιναλόγκα, έκανα τη δυσάρεστη σκέψη πως λίγο απέχουμε πια από κείνους τους θυμωμένους «υγιείς» πολίτες που πήγαν να κάψουν το νησί γιατί πίστευαν ότι «μολύνει τον αέρα»… Ας μην επιτρέψουμε λοιπόν στους εαυτούς μας να γίνουμε επιθετικοί προς όσους νοσούν, υποκινούμενοι από το θηρίο του φόβου που τρέφεται από την αδυναμία μας να αντιληφθούμε ότι ο καθένας μας μπορεί να βρεθεί στη θέση τους, όσα μέτρα και να πάρουμε. Γιατί οι ανθρώπινες επαφές, είτε τυχαίες είτε ελεγχόμενες, ούτε οριοθετούνται απόλυτα, ούτε ιχνηλατούνται με βεβαιότητα. Αλίμονο αν αυτό συμβεί….
Νίκη λοιπόν του ιού, κατ’ αρχάς και κατ’ αρχήν, σημαίνει να νικήσουμε τα φαινόμενα της «δημόσιας μαστίγωσης» πόλεων ή ανθρώπων, που προσπαθούν να επιβιώσουν σε ένα απειλητικό περιβάλλον, και όχι μόνο εξαιτίας της επιδημίας. Ειδάλλως, το επίπεδο του πολιτισμού που θεωρούμε ότι κατακτήσαμε στον ηθικό τομέα, μπορεί να αποδειχθεί «δάπεδο αλληλοεξόντωσης» που θα καταστρέψει κι άλλο τη συνοχή των μικρών ανθρώπινων κοινοτήτων. Το πρόσωπο του κοινωνικού αποκλεισμού και της ενοχοποίησης που έχει ως άλλοθι το φόβο, είναι άκρως επικίνδυνο. Ας μην αναλωνόμαστε λοιπόν μάταια στο «Τις πταίει», κι ας απαιτήσουμε από το οργανωμένο κράτος να μας απαντήσει στο «Τι μέλλει γενέσθαι».