δίχως κιβωτό (του Γιάννη Γιαννακόπουλου)
συννεφιάζει στη χώρα του καλοκαιριού
γιγάντιες θυμωμένες λίμνες κρέμονται απ’ τον ουρανό
κι όταν ο αφέτης κεραυνός λακτίζει την έναρξη
νερά κατακλυσμού χύνονται φρενιτιωδώς
φουσκώνοντας τον γεωγραφικό μας χάρτη
τόσο
που καμιά βάρκα πριν δεν είχε φανταστεί.
Ναυαγισμένα χωριά αρπάζονται απ’ τις ξυλοδεσιές των κεραμιδιών για να σωθούν
αναρίθμητα ζώα καταφεύγουν στον πνιγμό
τα παράθυρα των σπιτιών τρέπονται σε φινιστρίνια κι απ’ έξω λασπωμένος ωκεανός
η ανάσα των ανθρώπων ταλαντώνει την τελευταία κλωστή
ο διψασμένος κάμπος σβήνει τις αντλίες του.
Φύση και κοινωνία σε αιώνια διαπάλη
υπεροπτικό δίποδο που περιφρονεί τους πανάρχαιους νόμους
αρρωστημένο συμφέρον πουλάει αυθαίρετη θέα
διογκωμένες αξίες στραγγαλίζουν τους ποταμούς
καμένα και ξεριζωμένα δάση ζωογονούν το νεκρό κεφάλαιο
μεγάλα προστατευτικά έργα ρημαγμένα απ’ την κλοπή
λόγια που το ψέμα τους υπερέχει της συλλογικής μας ηλιθιότητας.
Στο γκρεμισμένο γεφύρι θα ενώσουμε τις ιδανικότερες πορείες μας
με το βυθισμένο βαμβάκι θα επουλώσουμε τα βάραθρα και τις πληγές μας
με την ένοχη λάσπη θα χτίσουμε πιο στέρεο τον κόσμο
πάνω στο αμφίβιο τρακτέρ θα διαβούμε όλη την αδικία και την προσφυγιά
μέσα στο κέντρο της απελπισίας θα φυτέψουμε το πιο γαλαντόμο φως.
Ένα μήλο κατηφορίζει σαν πέτρα για να ματώσει το αύριο και την δαγκωματιά μας
Σεπτέμβρης 2023