3.000 σκοτωμένα παιδιά μας κοιτάνε από μακριά (Γράφει η Γιάννα Γκουτζιαμάνη)
3.000 σκοτωμένα παιδιά μας κοιτάνε από μακριά
Και ξαφνικά μια μέρα ο κόσμος ξύπνησε και είχε ένα άλλο πρόσωπο,
εκείνο του σκοτωμένου παιδιού.
Οι ισχυροί του κόσμου χτύπησαν γυναίκες και παιδιά.
Γιατί τους φοβούνται;
Ίδια η ερώτηση και στα χείλη της Ανδρομάχης: Τι φοβήθηκαν οι Αχαιοί από ένα εντεκάχρονο αγόρι, το γιο της και το γκρέμισαν από τα τείχη;
Η ανθρωπότητα ταράχτηκε . Ανθρώπινα πλήθη ξεχύθηκαν στους δρόμους. Φώναξαν, έγιναν η φωνή των σκοτωμένων. Οι υπόλοιποι είμαστε θεατές στο δράμα που συνεχίζεται ανεμπόδιστα.
Στο κέντρο είναι η κόλαση επί της γης. Βομβαρδισμοί, χαλάσματα, τρόμος μέσα στη νύχτα. Εκρήξεις σπέρνουν το θάνατο, τη φρίκη. Κραυγές πόνου και αγωνίας, (ψάχνει η μάννα το παιδί και το παιδί τη μάννα), διαμελισμένα κορμιά, τραυματίες που περιμένουν βοήθεια καταπλακωμένοι μέσα στα χαλάσματα, επιζώντες που δεν έχουν πού να σταθούν, πώς να αντέξουν τη στέρηση στοιχειωδών αγαθών , γιατροί που υπερβαίνουν τις φυσικές τους δυνάμεις, για να περιθάλψουν τραυματίες και σοκαρισμένα παιδιά. Φλόγες, καπνοί, κουρνιαχτός, εκκωφαντικοί θόρυβοι και κρότοι συνθέτουν την ατμόσφαιρα της κόλασης. Το φως της μέρας αποκαλύπτει τα συντρίμμια.
Ποιοι σκοτεινοί δαίμονες οργάνωσαν και εκτελούν αυτό το έργο;
Τώρα κόλλησε σαν παλιός δίσκος γραμμοφώνου και παίζεται κάθε βράδυ η ίδια σκηνή.
Κάποιοι άλλοι ισχυροί της γης μπορούν να δώσουν άλλη τροπή στο έργο, να το σταματήσουν, να ρίξουν φως στο σκοτάδι. Μόνο που αυτοί οι κολλαριστοί ηγετίσκοι του πολιτισμένου κόσμου μας κάθονται στο τραπέζι των αποφάσεων και στριφογυρίζουν σαν μαριονέτες, χωρίς να μπορούν να αρθρώσουν μια πρόταση.
Κάποιος να τους πάει από ένα σκοτωμένο παιδί στην αγκαλιά τους, για να νιώσουν το ρίγος του θανάτου. Τότε η φωνή τους θα βγει δυνατή, για το δίκιο, γιατί θα είναι η φωνή του σκοτωμένου παιδιού.
Γκουτζιαμάνη Γιάννα