kozanitvbanner1363x131pix

Malamas834x248pix

MediRenatus834

MediaHome834p

1

pantelidisGIF834pix

asepop 2021 a

artinhouse2

garden hall banner1

κοζάνη, ειδήσεις, νέα, Πτολεμαΐδα

noisi1

Το Πετρογέφυρο της Πέτσιανης (Τριάδας) Βοΐου! | του Αργύρη Παφίλη

κοζάνη, ειδήσεις, νέα, Πτολεμαΐδα Το Πετρογέφυρο της Πέτσιανης ή της Τριάδας στο Βοΐο το ζωγράφισα πρώτη φορά

όταν έγραψα σαν διήγημα έναν από τους θρύλους του. Βέβαια έγινε πάνω σε μια ιδέα του Σπύρου Μαντά ο οποίος μαζί με δύο ακόμη θρύλους (΄΄Τρεις θρύλοι απ’ την Ανασελίτσα΄΄) το δημοσίευσε στο μνημειώδης έργο του ΄΄ΓΕΦΥΡΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΜΟΡΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ΄΄.

« Δ΄ ΤΑ ΄΄ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ΄΄ ΠΕΤΡΟΓΕΦΥΡΑ …ζεύξεις του άπειρου». Ευχαριστώ από καρδιάς το Σπύρο Μαντά για την μεγάλη αυτή τιμή που μου έκανε. Το Πετρογέφυρο άρχισα να το ζωγραφίσω εκ νέου πριν τρεις μέρες και το τελείωσα σήμερα το απόγευμα!

Το Πετρογέφυρο Τριάδα Βοϊου.

   Έκανε το σταυρό του, έσκυψε και φίλησε το χώμα τρείς φορές σαν έμπαινε στο Τσοτύλι ο μαστρο-Πέτρος από το Λιμπόχοβο. Κρατώντας τα φορτωμένα άλογα σφιχτά από τα χαλινάρια διέσχισε πεζός τον κεντρικό δρόμο που έσφυζε από ζωή. Καταστήματα σωρό, άνθρωποι από κάθε γωνιά της Ανασελίτσας. Κοίταζε αριστερά, δεξιά να δει να ξεχωρίσει κάτι γνώριμο, όμως μάταια.

-Πόσο άλλαξε το Τζοτύλι, έγινε πόλη! Εμ, τα χρόνια περνάνε, τίποτα δεν μένει ίδιο, όλα αλλάζουν, εδώ θα μου πεις αλλάζει η φύση, μονολογούσε.

Στο χάνι του Οσμάν ξεφόρτωσε τα πράγματά του, έδεσε τα άλογα του, κρέμασε στους λαιμούς των ντορβάδες με κριθάρι. Κάτω από το τεράστιο στέγαστρο έστρωσε την ψάθα και μισοξάπλωσε. Τριγύρω άνθρωποι, ζώα, φωνές, φασαρία. Μια παρέα τούρκων ταξιδιωτών καπνίζαν ναργιλέδες και πίνανε σερμπέτια με αμύγδαλα. Στο βάθος τρείς Αλβανοί αρματωμένοι ως τα δόντια, ρουφούσαν τη φασολάδα λαίμαργα σκουπίζοντας με τις παλάμες τους τα μακριά αγκαθωτά μουστάκια τους. Γρεβενιώτες αγωγιάτες, που κουβαλούσαν κόκκινο κρασί από τη Σιάτιστα, σιτάρι και κρόκο από την Κοζάνη, φρούτα από τα Κουπατσοχώρια, καθισμένοι κάτω από μια ιτιά, έριχναν ανήσυχα βλέμματα προς τους Αλβανούς. Την προσοχή του τράβηξε το έντονο κουβεντολόι της διπλανής παρέας. Μιλούσαν κουδαρίτικα κι έστησε αυτί.

-Και τότε γυρίζει ο κάλφας και λέει: Μπάρε, μώρε μπάρε, αφού φούσις λιάνουμα τι πραχαλνούσις κούφιου;.

Ο Πέτρος γέλασε δυνατά με το χωρατό.

–Από πού είσαι πατριώτη; τον ρώτησε ένας της παρέας.

-Από το Λιμπόχοβο, του απάντησε ο Πέτρος.

-Μάστορας είσαι;

-Ναι.

-Πώς σε λένε;

-Πέτρο.

- Με ποιο ισνάφι δουλεύεις;

- Στην Πόλη δουλεύω, από κει έρχομαι.

-Πολλά χρόνια;

Ο Πέτρος ακούμπησε το χέρι στο αυχένα, έβγαλε έναν μικρό αναστεναγμό γεμάτο νοσταλγία και κάρφωσε τη ματιά του πέρα από τις στέγες των σπιτιών.

-Έφυγα το 1779 όταν ήμουνα 12 χρονών με το ισνάφι του Αδάμου Κάλφα. Θυμάμαι την έρμη την μάνα μου που έτρεχε ξωπίσω πέρα κι απ΄ το κλαψόδεντρο κλαίγοντας και παρακαλώντας τους μαστόρους να με προσέχουν. Ήταν να φύγω την προηγούμενη χρονιά αλλά ο πρωτομάστορας είχε συμπληρώσει πολύ νωρίς το ισνάφι του και ξέμεινα. Η μάνα μου σίγουρη ότι θα έφευγα έκαμε λειτουργία στο μοναστήρι της Αγιά Τριάδας. Θυμάμαι, μια οικογένεια όπως έρχονταν για το μοναστήρι, ένα από τα παιδιά τους έπεσε στο βιρό στο βακούφκου. Ευτυχώς δεν έπαθε τίποτα. Θαύμα αληθινό ήταν. Ζήση το έλεγαν κι ήταν απ' τη Σβόλιανη. Πολύ ζωηρό παιδί, κάναμε παρέα για έναν ολόκληρο χρόνο.

–Ζήση; ρωτάει ο άλλος.

- Ναι, τη μάνα του την έλεγαν Βασιλίνα.

-Μήπως είσαι ο Πέτρος τ’ Δήμου;

-Ναι.

Πετάχτηκε όρθιος και αγκάλιασε τον έκπληκτο Πέτρο.

-Εγώ είμαι ο Ζήσης μωρέ.

Ξαναγκαλιάστηκαν.

-Να σφυρίξουμε ένα θόδουρο; έκανε με χαρά ο Ζήσης.

Να σφυρίξουμε είπε ο Πέτρος.

-Γκούτση φέρε ρακή, φώναξε ο Ζήσης. Πόσα χρόνια! Ήμασταν παιδιά και γίναμε σαραντάρηδες. Παντρεύτηκες; ρώτησε ο Ζήσης.

-Όχι, κάθε χρόνο έλεγα, θα γυρίσω στο Λιμπόχοβο και εκεί θα νοικοκυρευτώ. Όμως το ένα έφερνε τ’ άλλο και τ’ άφηνα για την άλλη χρονιά. Θυμάσαι ρε Ζήση τις βουτιές μας στο βιρό τ΄ Παπακύρλα και το ξύλο που φάγαμε από τις μάνες μας που μας έψαχναν στα ρουμάνια της Αγιά Τριάδας;

-Εσύ θυμάσαι όταν πήγαμε να ακούσουμε εκείνον τον Άγιο τον Πατροκοσμά όταν ήρθε το 1778 στ΄ Μοιρασάν’;.

- Τι ξύλο φάγαμε και τότε πάλι μας έψαχναν οι μάνες μας σαν τρελές, γιατί εκείνο τον καιρό κυκλοφορούσε στην περιοχή μια μεγάλη αρκούδα. Τα γράμματα δεν τ’ αγαπούσαμε, όλο με τις πέτρες είχαμε να κάνουμε. Θέλαμε να γίνουμε πετράδες, κάλφες και μάλιστα γεφυράδες!

Εσύ Πέτρο φάνηκες τυχερός έπεσες σε καλό κάλφα, αλλά σε πήρε μακριά. Στεναχωρήθηκα πολύ όταν έφυγες έχανα έναν πολύ καλό φίλο. Έχει πολλή δουλειά στην Πόλη έμαθα.

-Και τι δεν έχει η Κωνσταντινούπολη Ζήση! Γι' αυτό έχει και πολλά μπουλούκια μαστόρων Ρωμιούς, Βούλγαρους, Αρμένιους, Καραμανλήδες της Καππαδοκίας, Τούρκους. Χρειάζεται αγώνας για να κλείσεις μια μεγάλη δουλειά και καλή συμφωνία. Ήταν φορές που χτίζαμε μαζί με συνεργείο Βουλγάρων. Και που δεν δούλεψα! Στην Πόλη, στην Αδριανούπολη, στη Φιλιππούπολη... Χτίσαμε αρχοντικά στο Βόσπορο, γεφύρια, εκκλησίες. Μέχρι και στα παλάτια του Σουλτάνου! Δουλειά να δουν τα μάτια σου, σταματημό δεν είχαμε.

-Τι κάνει η μάνα σου Πέτρο; Τι καλός άνθρωπος! Ζει;

-Ναι, με καρτεράει!

-Θυμάμαι που όλο για το χωριό της, τον Τσέρο, μίλαγε.

-Από τον Τσέρο είναι η μάνα μου, από τους Ντρουγκαίους. Νοστάλγησα πολύ το Λιμπόχοβο, Ζήση, τα βουνά του, τα βοσκοτόπια του Τσέρου, το ορμητικό Παλιομάερο, τα πανηγύρια, μα πιο πολύ τη μάνα και την αδελφή μου.

- Πόσες μέρες ταξιδεύεις Πέτρο;

- Είκοσι δύο ολόκληρες μέρες φίλε μου, ήρθα με κάποιο κιρατζή που πήγαινε Γρεβενά - Γιάννινα. Στο Γκιουφύρ’ τ’ Πασιά, αντάμωσα μια παρέα που έρχονταν για το Λιαψίστι και τους ακολούθησα. Άκουσα από τους κιρατζίδες ότι ο τόπος γέμισε ληστές και αρβανίτες.

-Τρανή πληγή, δεν είναι να ξεμυτίσεις μόνος σε μονοπάτι, δεν ξέρεις από πού θα σου βγουν είναι αδίστακτοι, φονιάδες ιδιαίτερα οι αρβανίτες.

-Σάμπως οι δικοί μας είναι καλύτεροι; Ζήση λείπω 29 χρόνια δεν θυμάμαι τους δρόμους. Στα μπαούλα μου κουβαλάω όλα τα καζάντια μου στην ξενιτιά, δώρα για την μάνα μου, την αδελφή μου και τα παιδιά της. Ποιο δρόμο να πάρω για το χωριό μου;

-Πιο σύντομος είναι από την Μπλάζουμη – Πέτσανη - Μοιρασάνη. Από την Μπλάζουμη στρίβεις αριστερά για Πέτσανη, πριν το χωριό αριστερά θα βρεις το μονοπάτι που βγάζει στο Μπατζιώτικο. Το ρέμα αυτό έχει νερό όλο το χρόνο, είναι άτιμο ρέμα θέλει προσοχή αν έχει κατεβασιά. Από κει θα ανέβεις στη Μοιρασάνη, καλά είναι να διανυκτερεύσεις εκεί. Την άλλη μέρα από το γεφύρι της Τσιούκας θα πιάσεις τη δημοσιά για το Λιμπόχοβο. Αν και είναι πολυσύχναστος δρόμος, χρειάζεται προσοχή μη φύγεις για την Μοιραλή ή για την Μαέρη εσύ όλο δεξιά θα τραβάς, πριν το μεσημέρι θα είσαι στο σπίτι σου.

-Εσύ πότε θα γυρίσεις στη Σβόλιανη;

-Δεν ξέρω, περιμένω μια απάντηση για δουλειά, όμως για περίμενε είναι εδώ ένας τσομπάνος που απ' ότι άκουσα αύριο θα πάει για την Μοιρασάνη, πάω να τον βρω κι επιστρέφω.

Σε λίγο νάτος με τον τσομπάνο συντροφιά.

-Πέτρο είσαι τυχερός. Να σου γνωρίσω έναν πολύ καλό μου φίλο, θα ανέβει αύριο πρωί πρωί για τη Μοιρασάνη, να πήγαινες μαζί του.

Ο Πέτρος σηκώθηκε του δώσε το χέρι. Ήταν ένας άνδρας ψηλός, ξερακιανός, γεροδεμένος σαν τον ασβεστόλιθο, πρόσωπο ασκητικό, αυστηρό. Μαύρη κάπα ανάρριχτη στους ώμους, ανάμεσα στις χούφτες του μια γκλίτσα από πυξάρι μ’ ένα σκαλιστό κριάρι που οι δύο ουρές του τυλιγμένες, καταλήγουν σε κεφαλές φιδιών και ακουμπούν στη χαίτη του. Στον κορμό της γκλίτσας τυλίγεται από την βάση προς τα επάνω ένα πράσινο φίδι.

-Για να ξορκίζω το κακό, λέει με περηφάνια ο τσομπάνος. Στη φύση κάθε ώρα περπατάμε με τον χάρο πλάι πλάι. Το λοιπόν ξεκινάμε με το χάραμα και ξαναδώσανε τα χέρια.

Ξεχάστηκαν και χάθηκαν στις θύμησες στις κουβέντες οι δύο φίλοι κι όλο αγκαλιάζονταν, κι όλο χτυπούσαν τα χέρια στον αέρα και στις πλάτες.

Χαράματα ήταν στο πόδι, η βροχή που όλη την νύχτα δεν σταμάτησε, ξέκοψε κάπως.

Ήρθε ο Ζήσης και τούδωσε ένα ντορβά.

- Για το δρόμο να ξεγελάς την πείνα.

- Τι έχει μέσα;

- Σταρένιο ψωμί, μπάτζιο και πρασόπιτα της μάνας μου.

–Πω! Πω! πώς μοσχοβολάει το ψωμί, α ρε μάνα, α ρε Βόιο! Σ’ ευχαριστώ Ζήση!

-Καλό ταξίδι, θα βρεθούμε σε λίγες μέρες, να προσέχεις! Φόρτωσαν και πήραν το δρόμο για την Πέτσανη. Ένα γύρω τα βουνά έκοβαν τους ορίζοντες, το Ρουσιουτάρι, με τον Αι Λιά, το Παλιοκριμίνι με τους γκρεμούς του, τα Όντρια με τα κεφαλόβρυσα.

Τα χωριά βουλιάζουνε στα διάσελα. Διαλεχτός κι αρίφνητος κόσμος. Πανεύοσμος. Αλλά και τραχύς και πυκνοδασωμένος.

- Εκείνο στα ψηλά πρέπει να είναι το Κωστάντζικο. Α, να ο Κλέψιος κι η Δράμστα, η Ρέζνη, το Τσαβαλέρι! Ω! πατρίδα μου, άγια χώματα, άγιες φλέβες της Πραμόριτσας, ψηλά βουνά, δάση ανήλια, του μαύρου πεύκου, του έλατου, της οξιάς και της βελανιδιάς με τα δαντελωτά φύλλα, ανάσα του τόπου.

Έπιασε να βρέχει σιγανά, προχωρημένος Οκτώβρης βλέπεις, καιρός του ήταν. Τα ρέματα ξεχείλισαν. Ώρες τώρα πάνω από το Κωστάντζικο κρέμονταν κάτασπρες οι στήλες της βροχής. Η άφθαρτη ομορφιά, το άρωμα του Φθινοπώρου, οι αναμνήσεις φούσκωσαν την ψυχή κι έπιασε το τραγούδι αυτό που του έλεγε η μάνα του παραμονή του φευγιού του.

Ανάθεμα το βασιλιά, καλή ρούσα μου

και το βεζίρη αντάμα, κρίμα πόκαμες αφέντη!

Που έδωκαν τον ορισμό να φύγουν οι μαστόροι.

Να φύγει κι ο γιός μ’ ο μοναχός στην ξενιτιά να πάει.

Κύριε μ’ να πιάσει μια βροχή κι ένα βροχοχαλάζι

Να κατεβάσει ο ποταμός να πάρει το γιοφύρι

για να χαρώ τον γιόκα μου τον μονοκανακάρη.

Ο τσομπάνος πότε πότε γυρνούσε τον έβλεπε χαμογελούσε και κουνούσε το κεφάλι του πλημμυρισμένος από χαρά.

Όσο κατεβαίνουν μέσα στο λαγκάδι της Πέτσανης το βουητό του πλημμυρισμένου Μπαζιώτικου ακούγεται δυνατά. Φτάνουν στην όχθη του.

-Από το Κωστάντζικο κατεβαίνει αυτό το νερό του λέει ο τσοπάνος. Μου 'χει πνίξει κάμποσα ζωντανά.

Ψάχνουν τον πόρο αλλά η απότομη κατεβασιά τον κατέστρεψε.

- Πέτρο θα μπω πρώτος γιατί έχω πείρα, δως μου το φορτωμένο μουλάρι σου να το οδηγήσω εγώ, εσύ ακολουθάς με προσοχή και προπαντός να μην τρομάξει το ζώο.

Το ορμητικό νερό έφτανε σχεδόν στην κοιλιά του ζώου. Ένας κορμός δέντρου χτύπησε το άλογο στο πλάι, αυτό τρόμαξε, σκόνταψε και έπεσε ο Πέτρος στον χείμαρρο.

Βγήκε στην όχθη ο τσομπάνος και ξοπίσω τα ζώα του Πέτρου μοναχά. Χλώμιασε ο τσομπάνος, ρίχτηκε από το άλογο άρχισε να τρέχει στην όχθη, να φωνάζει, να σφυρίζει, όμως απόκριση δεν έπαιρνε. Έφτασε στο ως σημείο που το ρέμα συναντούσε την Πραμόριτσα που με την ορμή της κατέβαζε λιθάρια, κοσμοχαλασιά. Άδικος κόπος. Δεν το πίστευε, να χάσει έτσι στα ξαφνικά τον συνοδοιπόρο του.

Νύχτα έφτασε στη Μοιρασάνη φωνάζοντας. Ω, χωριό, ω, Μοιρασάνη. Ένας άνθρωπος χάθηκε στο Μπαζιώτικο ρέμα.

Και τρελός από την αγωνία άρχισε να χτυπά την καμπάνα του χωριού.

Την άλλη μέρα πολύ πρωί, οι Μοιρασανιώτες φορτώθηκαν σχοινιά, εργαλεία και κατηφόρισαν για το ρέμα. Μετά από δύο μέρες που έπεσαν τα νερά τον βρήκαν κοντά σ΄ ένα κουλούρι που κάνει η Πραμόριτσα κάτω από την Παναγία του παλιού χωριού, σφηνωμένο ανάμεσα στα βράχια του γκρεμού. Τον φέρανε στη Μοιρασάνη τον βάλανε στην εκκλησία για να τον φροντίσουν οι γυναίκες κι έστειλαν το θλιβερό μαντάτο στο Λιμπόχοβο.

Το πρωί ήρθαν οι συγγενείς του Πέτρου. Την ώρα που φόρτωναν τον Πέτρο στα μουλάρια έφτασε με την παρέα του ο Ζήσης, στο αντίκρισμα του νεκρού φίλου του πάγωσε, βούρκωσε, σπάραξε, δεν πίστευε αυτό που έβλεπε.

Το απομεσήμερο μια θρηνητική κραυγή έκανε το Λιμπόχοβο να ριγήσει.

- Πέτρο μου, ξενιτιά μου, σπάραξε η μάνα και σωριάστηκε μπροστά στην ορθάνοιχτη στολισμένη πόρτα.

Σαν πέρασε το σαρανταήμερο ο Ζήσης επισκέφτηκε την κυρά Σιάνα.

Σ΄ ένα μεγάλο ασημένιο πολίτικο δίσκο του πρόσφερε καφέ, ρακί, και στάρι βρασμένο με ζάχαρη, σταφίδες, κανέλα και καρύδια.

Την πένθιμη σιγή που απλώνονταν στο σπίτι τάραξε το τρίξιμο της κασέλας καθώς η κυρα Σιάνα άνοιγε το καπάκι της. Πήρε στα χέρια της ένα κουτί στολισμένο με σιντέφι και κάθισε κοντά στον Ζήση.

-Ζήση σ΄ αυτό το κουτί, είναι όλες οι οικονομίες του Πέτρου μου. Θέλω με αυτά τα λεφτά να χτιστεί ένα μεγάλο, γερό, γιοφύρι εκεί που χάθηκε το παιδί μου και να το ονομάσεις Πετρογέφυρο. Κάλφας είσαι και ξέρεις από αυτά. Είναι καλό για το ζύγιασμα της ψυχής του αλλά και για ησυχάσει ο κοσμάκης από τις κατεβασιές του Μπατζιώτικου, σε παρακαλώ πολύ Ζήση, να το φροντίσεις!  

Αργύρης Θ. Παφίλης

Αύγουστος 2017

 

ΓΛΩΣΣΑΡΙ

Λιμπόχοβο = Δίλοφο Βοιου.

Μοιρασάνη = Μόρφη Βοιου

Σβόλιανη = Αγία Σωτήρα Βοιου

Κωνστάντζικο = Αυγερινός Βοιου.

Μπλάζουμη = Ομαλή Βοιου

Πέτσανη = Τριάδα Βοιου

Δράμστα = Δάφνη Βοιου

Ρέζνη = Ανθούσα Βοιου

Τσαβαλέρι = Κοιλάδι Βοιου

Ρουσιουτάρι = Η Κορυφή Προφήτης Ηλίας Βοΐου.

Κουδαρίτικα. ‘’Μπάρε μωρε μπάρε αφού φούσις λιάνουμα τι πραχαλνούσις κούφιου’’. = Αφεντικό αφού δεν είχες χρήματα τι το ήθελες το σπίτι.

Να σφυρίξουμε ένα θόδουρο = Να πιούμε μια ρακί.

 

Πληροφορίες για τα cookies

Τα cookies είναι σύντομες αναφορές που αποστέλλονται και αποθηκεύονται στον σκληρό δίσκο του υπολογιστή του χρήστη μέσω του προγράμματος περιήγησης όταν αυτό συνδέεται στο Ιντερνέτ. Τα cookies μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη συλλογή και αποθήκευση δεδομένων του χρήστη όσο αυτός είναι συνδεδεμένος, για να του παράσχουν τις ζητούμενες υπηρεσίες και που ορισμένες φορές τείνουν να μην διατηρούν. Τα cookies μπορεί να είναι τα ίδια ή άλλων:

  • Technical cookies (τεχνικά cookies) που διευκολύνουν την πλοήγηση των χρηστών και τη χρήση των διαφόρων επιλογών ή υπηρεσιών που προσφέρονται από τον ιστό, όπως προσδιορίζουν τη συνεδρία, επιτρέπουν την πρόσβαση σε ορισμένες περιοχές, διευκολύνουν τις παραγγελίες & τις αγορές, συμπληρώνουν φόρμες & εγγραφές, παρέχουν ασφάλεια, διευκολύνουν λειτουργίες (βίντεο, κοινωνικά δίκτυα κλπ.).
  • Customization cookies (cookies προσαρμογής) που επιτρέπουν στους χρήστες να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες σύμφωνα με τις προτιμήσεις τους (γλώσσα, πρόγραμμα πλοήγησης - browser, διαμόρφωση, κ.α.).
  • Analytical cookies (cookies ανάλυσης) που επιτρέπουν την ανώνυμη ανάλυση της συμπεριφοράς των χρηστών του Ιντερνέτ, επιτρέπουν την μέτρηση της δραστηριότητας του χρήστη και την ανάπτυξη προφίλ πλοήγησης για την βελτίωση των ιστότοπων.

Ως εκ τούτου, όταν έχετε πρόσβαση στον ιστότοπο μας, σύμφωνα με το Άρθρο 22 του Νόμου 34/2002 των Υπηρεσιών Κοινωνίας της Πληροφορίας, στην αναλυτική επεξεργασία των cookies ζητάμε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση τους, με σκοπό να βελτιώσουμε τις υπηρεσίες μας. Χρησιμοποιούμε την υπηρεσία του Google Analytics για τη συλλογή ανώνυμων στατιστικών πληροφοριών όπως για παράδειγμα ο αριθμός των επισκεπτών στον ιστότοπο μας. Τα cookies που προστίθενται από την υπηρεσία Google Analytics διέπονται από τις πολιτικές απορρήτου του Google Analytics. Αν επιθυμείτε μπορείτε να απενεργοποιήσετε τα cookies από το Google Analytics.

Παρακαλούμε, σημειώστε ότι μπορείτε να ενεργοποιήσετε ή απενεργοποιήσετε τα cookies σύμφωνα με τις οδηγίες του προγράμματος πλοήγησης σας (browser).