Στο τρομακτικό ύψος των 91 τρισεκατομμυρίων δολαρίων έχει εκτιναχθεί αθροιστικά το χρέος των κυβερνήσεων όλου του πλανήτη.
Το ποσόν αυτό είναι ίσο με το μέγεθος της παγκόσμιας οικονομίας και όλα δείχνουν ότι το τίμημα στο άμεσο μέλλον θα είναι βαρύ για τους λαούς όλου του κόσμου,
επισημαίνει σε εκτεταμένο ρεπορτάζ του το CNN.com. Τα χρέη έχουν αυξηθεί σημαντικά και λόγω της πανδημίας και αποτελούν αυξανόμενη απειλή για το βιοτικό επίπεδο ακόμη και σε πλούσιες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ωστόσο, σε μια χρονιά εκλογών σε όλο τον κόσμο, οι πολιτικοί αποφεύγουν να τοποθετηθούν για το πρόβλημα. Και είναι απρόθυμοι να μιλήσουν στους ψηφοφόρους τους για περικοπές δαπανών ή αύξηση φόρων, δηλαδή για μέτρα που χρειάζονται για να αντιμετωπιστεί το κατακλυσμιαίο χρέος. Ορισμένοι μάλιστα δίνουν ακόμη και άχρηστες υποσχέσεις που θα μπορούσαν τουλάχιστον να ανεβάσουν ξανά τον πληθωρισμό και να πυροδοτήσουν μια νέα οικονομική κρίση.
Προειδοποιήσεις και συνέπειες
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επανέλαβε την περασμένη εβδομάδα την προειδοποίησή του ότι «τα χρόνια δημοσιονομικά ελλείμματα» στις ΗΠΑ πρέπει «να αντιμετωπιστούν επειγόντως». Οι επενδυτές μοιράζονται εδώ και καιρό αυτήν την ανησυχία σχετικά με τη μακροπρόθεσμη πορεία των οικονομικών της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Προειδοποιήσεις ήδη διατυπώνονται ανοιχτά από κορυφαίους ειδικούς της αγοράς χρέους (ομολόγων).
Το υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους σημαίνει λιγότερα διαθέσιμα χρήματα για κρίσιμες δημόσιες υπηρεσίες ή για την αντιμετώπιση κρίσεων όπως οικονομικές καταρρεύσεις, πανδημίες ή πόλεμοι.
Καθώς τα επιτόκια αυξάνονται, οι ιδιωτικές επενδύσεις μειώνονται και οι κυβερνήσεις είναι λιγότερο ικανές να δανείζονται να αντιμετωπίσουν την απειλή μιας οικονομικής ύφεσης.
«Καμπανάκια» στις ΗΠΑ: Το χρέος δεν είναι πλέον δωρεάν
Η αντιμετώπιση του προβλήματος του χρέους των ΗΠΑ θα απαιτήσει είτε αυξήσεις φόρων, είτε περικοπές σε παροχές, όπως προγράμματα κοινωνικής ασφάλισης και ασφάλισης υγείας, δήλωσε στο CNN η Κάρεν Ντινάν, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος στο Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ και τώρα καθηγήτρια στη Σχολή Κένεντι του Χάρβαρντ. «Πολλοί (πολιτικοί) δεν είναι διατεθειμένοι να μιλήσουν για τις δύσκολες επιλογές που θα χρειαστεί να γίνουν. Αυτές είναι πολύ σοβαρές αποφάσεις… και θα μπορούσαν να είναι πολύ σημαντικές για τις ζωές των ανθρώπων».
Ο Κένεθ Ρόγκοφ, επιφανής καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, συμφωνεί ότι οι ΗΠΑ και άλλες χώρες θα πρέπει να κάνουν επώδυνες προσαρμογές. «Το χρέος δεν είναι πλέον δωρεάν», είπε στο CNN. «Τη δεκαετία του 2010, πολλοί ακαδημαϊκοί, υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και κεντρικοί τραπεζίτες κατέληξαν στην άποψη ότι τα επιτόκια θα ήταν για πάντα κοντά στο μηδέν και μετά άρχισαν να πιστεύουν ότι το χρέος ήταν ένα “δωρεάν γεύμα”», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κος Ρόγκοφ.
«Συνωμοσία της σιωπής»
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα δαπανήσει 892 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024 για πληρωμές τόκων, δηλαδή περισσότερα από όσα διαθέτει ο προϋπολογισμός της για την άμυνα και το Medicare, την ασφάλιση υγείας για ηλικιωμένους και τα άτομα με αναπηρία.
Το 2025 οι πληρωμές τόκων θα ξεπεράσουν το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια για το άνω των 30 τρισεκατομμυρίων δολαρίων εθνικό χρέος των ΗΠΑ το οποίο είναι περίπου ίσο με το μέγεθος της οικονομίας των ΗΠΑ, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, τον δημοσιονομικό επόπτη του σώματος.
Το ίδιο όργανο προβλέπει ότι το χρέος των ΗΠΑ θα φτάσει το 122% του ΑΕΠ σε μόλις 10 χρόνια από τώρα. Και το 2054, το χρέος προβλέπεται να αγγίξει το 166% του ΑΕΠ, επιβραδύνοντας την οικονομική ανάπτυξη.
Παρά τον αυξανόμενο συναγερμό για το συσσωρευμένο χρέος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ούτε ο Τζο Μπάιντεν ούτε ο Ντόναλντ Τραμπ, οι κύριοι υποψήφιοι για την προεδρία του 2024, υπόσχονται δημοσιονομική πειθαρχία πριν από τις εκλογές. Κατά τη διάρκεια του πρώτου τηλεοπτικού προεδρικού ντιμπέιτ που φιλοξενήθηκε από το CNN, ο κάθε υποψήφιος κατηγόρησε τον άλλον ότι χειροτέρευσε την κατάσταση του χρέους της Αμερικής, είτε μέσω φορολογικών περικοπών (ο Τραμπ) είτε μέσω πρόσθετων δαπανών (ο Μπάιντεν).
Σε άλλες χώρες
Οι βρετανοί πολιτικοί είχαν επίσης «θάψει τα κεφάλια τους στην άμμο» ενόψει των γενικών εκλογών. Το Ινστιτούτο Δημοσιονομικών Μελετών, ένα think tank με επιρροή, κατήγγειλε μια «συνωμοσία σιωπής» μεταξύ των δύο κύριων πολιτικών κομμάτων της χώρας, σχετικά με την κακή κατάσταση των δημόσιων οικονομικών.
Οι χώρες που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το ζήτημα του χρέους δυσκολεύονται. Στη Γερμανία, οι συνεχιζόμενες εσωτερικές διαμάχες για τα όρια του χρέους και των ελλειμμάτων έχουν προκαλέσει στον τριμερή κυβερνητικό συνασπισμό τεράστια πίεση. Η πολιτική αντιπαράθεση πιθανότατα να φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα αυτόν τον μήνα.
Στη Γαλλία, η πολιτική αβεβαιότητα έχει επιδεινώσει τις ανησυχίες για το χρέος της χώρας, εκτοξεύοντας τις αποδόσεις των ομολόγων. Αλλά ακόμη και χωρίς το φάντασμα μιας άμεσης χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι επενδυτές απαιτούν υψηλότερες αποδόσεις για να αγοράσουν το χρέος πολλών κυβερνήσεων, καθώς το δημοσιονομικό έλλειμμά τους εκτινάσσεται σε μεγαλύτερα ύψη.
Στην Κένυα, οι προσπάθειες αντιμετώπισης του χρέους των 80 δισεκατομμυρίων δολαρίων της χώρας δημιούργησαν τεράστια αναταραχή. Οι προτεινόμενες αυξήσεις φόρων έχουν πυροδοτήσει πανεθνικές διαμαρτυρίες, οι οποίες στοίχισαν τη ζωή σε 39 άτομα, ωθώντας τον Πρόεδρο Γουίλιαμ Ρούτο να ανακοινώσει την περασμένη εβδομάδα ότι δεν θα υπογράψει τις προτάσεις για να γίνουν νόμος.
Η αγορά ομολόγων
Αλλά το πρόβλημα με την αναβολή των προσπαθειών για τον περιορισμό του χρέους είναι ότι αφήνει τις κυβερνήσεις ευάλωτες σε πολύ πιο επώδυνα μέτρα που πυροδοτούνται από τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Το Ηνωμένο Βασίλειο προσφέρει το πιο πρόσφατο παράδειγμα σε μια μεγάλη οικονομία. Η πρώην πρωθυπουργός Λιζ Τρας προκάλεσε κατάρρευση της λίρας το 2022 όταν προσπάθησε να επιβάλει μεγάλες φορολογικές περικοπές που χρηματοδοτήθηκαν από αυξημένο δανεισμό.
Οι αγορές φοβούνται ότι η γαλλική ακροδεξιά μπορεί να προκαλέσει οικονομική κρίση. Και η απειλή δεν έχει εκλείψει. Ο κίνδυνος μιας οικονομικής κρίσης εκεί έγινε μια σοβαρή ανησυχία σχεδόν εν μία νυκτί, αφού ο πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν προκήρυξε πρόωρες εκλογές.
Οι επενδυτές ανησυχούσαν ότι οι ψηφοφόροι θα εκλέξουν ένα κοινοβούλιο λαϊκιστών που θα έχουν την τάση να ξοδεύουν περισσότερα και να μειώνουν τους φόρους, διογκώνοντας περαιτέρω το ήδη υψηλό χρέος και το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας.
Παρόλο που αυτό το χειρότερο σενάριο φαίνεται τώρα λιγότερο πιθανό, αυτό που θα συμβεί μετά τον δεύτερο γύρο της ψηφοφορίας της επόμενης Κυριακής δεν είναι καθόλου βέβαιο. Οι αποδόσεις των γαλλικών κρατικών ομολόγων συνέχισαν να ανεβαίνουν, φθάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων οκτώ μηνών την Τρίτη.
ΑΠΟ: https://www.imerodromos.gr/