Παύλος Σιδηρόπουλος: Σαν σήμερα, έφυγε από τη ζωή ο «πρίγκηπας» του ελληνικού ροκ
Κηδεύτηκε στις 10 Δεκεμβρίου του 1990, στο κοιμητήριο του Κόκκινου Μύλου στη Νέα Φιλαδέλφεια, παρουσία πλήθος κόσμου.
Στις 6 Δεκεμβρίου του 1990, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ελληνικής ροκ σκηνής, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, έφυγε από τη ζωή, χάνοντας τη μάχη με την ηρωίνη.
Ο «ασυμβίβαστος πρίγκιπας της ροκ» άφησε την τελευταία του πνοή στα 42 του χρόνια, έχοντας προλάβει να αφήσει το στίγμα του στη μουσική βιομηχανία.
Τα πρώτα χρόνια
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1948 στην Αθήνα. Ήταν δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά και ανιψιός της ποιήτριας Έλλης Αλεξίου. Ως παιδί, δεν σπούδασε μουσική – παρόλο που το ταλέντο του είχε φανεί από πολύ νωρίς – διότι δεν το θέλησε ο πατέρας του. Στα εφηβικά του χρόνια άρχισε να ακούει κυρίως ροκ εντ ρολ.
Ορόσημο το 1970
Η μουσική του πορεία ξεκίνησε το 1970 στη Θεσσαλονίκη, όπου σπούδαζε μαθηματικός στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Εκεί, γνώρισε τον Παντελή Δεληγιαννίδη, με τον οποίο δημιούργησαν το ντουέτο «Δάμων και Φιντίας». Στη συνέχεια, κατέβηκαν στην Αθήνα και μέσα στη διετία 1970-71 ηχογράφησαν για τη δισκογραφική εταιρεία Lyra τον πρώτο τους μικρό δίσκο 45 στροφών, με τα τραγούδια «Ξέσπασμα» και «Ο κόσμος τους». Επιπλέον, συμμετείχαν στη ζωντανή ηχογράφηση «Ζωντανοί στο Κύτταρο» με τα κομμάτια τους «Απογοήτευση» και «Ο γέρο-Μαθιός». Το 1972 ενσωματώθηκαν στη ροκ μπάντα «Μπουρμπούλια». Καρπός αυτής της συνεργασίας ήταν ένας δίσκος που, μεταξύ άλλων, περιλάμβανε το γνωστό τραγούδι «Ο Ντάμης ο ληστής», το οποίο, εξαιτίας του φόβου της λογοκρισίας, μετονομάστηκε σε «Ο Ντάμης ο Σκληρός».
Εν μέσω δικτατορίας, το σχήμα διαλύθηκε και τα «Μπουρμπούλια» ακολούθησαν τον Διονύση Σαββόπουλο.
Από το 1974 έως το 1976, ο Σιδηρόπουλος συνεργάστηκε με τον Γιάννη Μαρκόπουλο.
Στο μεταξύ, αρνήθηκε να κάνει τη στρατιωτική του θητεία. Σχετικά με αυτό, είχε πει: «Την άνοιξη του 1976 με ενάμιση μήνα Τρίπολη, είκοσι μέρες 401 και τέσσερα ηλεκτροσόκ, πήρα τρελόχαρτο».
Στα τέλη του 1977, δημιούργησε, μαζί με τους Βασίλη και Νίκο Σπυρόπουλο, το γκρουπ «Σπυριδούλα» και κυκλοφόρησαν έναν από τους πιο επιτυχημένους δίσκους της ελληνικής ροκ δισκογραφίας, τον «Φλου». Ωστόσο, και αυτό το συγκρότημα διαλύθηκε, αφήνοντας πίσω του έναν ολοκληρωμένο ροκ ήχο και μια σειρά συναυλιών.
Το 1979, δημιούργησε το σχήμα «Εταιρία Καλλιτεχνών».Έπαιζαν ροκ εντ ρολ της δεκαετίας 1955-1965, αλλά και δικά τους κομμάτια, τα οποία, αν και σχεδίαζαν να δισκογραφήσουν, αυτό δεν έγινε ποτέ.
Η συνεχής αλλαγή συνεργατών στη μουσική σταμάτησε το 1980. Ο Σιδηρόπουλος κατέληξε σ’ ένα σχήμα, τους «Απροσάρμοστους», και, με μικρές αλλαγές, έπαιξε μαζί τους μέχρι το τέλος.
Το 1982 κυκλοφόρησαν το δίσκο «Εν Λευκώ», ο οποίος αντιμετώπισε προβλήματα λογοκρισίας για προτροπή στη χρήση ναρκωτικών και για προσβολή της δημοσίας αιδούς. Το 1985 κυκλοφόρησαν σε παραγωγή Δημήτρη Πουλικάκου το δίσκο «Zorba the freak» και το 1989 το «Χωρίς Μακιγιάζ» που ήταν ζωντανά ηχογραφημένος στο «Μετρό».
Στο μεταξύ, ο Σιδηρόπουλος όλα αυτά τα χρόνια δεν έκανε δική του οικογένεια, παρόλο που, όπως επισημαίνουν κοντινά του πρόσωπα, ερωτευόταν με πάθος και δινόταν ολοκληρωτικά. Για τις γυναίκες και τη σχέση του μαζί τους έλεγε χαρακτηριστικά: «Η γυναίκα είναι ο καθρέφτης μας. Είναι το πλάσμα που αγαπάμε στο έπακρο και μισούμε στο έπακρο ταυτοχρόνως, όπως εμπεριέχουμε το Σατανά και το Θεό μαζί…».
Τα ναρκωτικά και η κλονισμένη υγεία
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, η υγεία του είχε ήδη αρχίσει να κλονίζεται, λόγω της χρήσης ναρκωτικών. Το φθινόπωρο του 1979, όταν ήταν 31 ετών, ξεκίνησε η σχέση του με την ηρωίνη. Στην αρχή, ο ίδιος πίστευε ότι δεν είχε τίποτα να χάσει και ότι θα μπορούσε να ξεμπλέξει εύκολα. Ωστόσο, σύντομα αντιλήφθηκε το αδιέξοδο, κάτι που φάνηκε τόσο στους στίχους των κομματιών του, όσο και σε συνεντεύξεις του. Πολλές φορές έκανε προσπάθειες να ξεφύγει και κατόρθωνε για κάποια χρονικά διαστήματα να παραμείνει «καθαρός». Δυστυχώς, όμως, παρ’ όλες αυτές τις προσπάθειες που γίνονταν κυρίως ατομικά και χωρίς ποτέ να ενταχθεί σε κάποιο πρόγραμμα αποτοξίνωσης, τελικά δεν τα κατάφερε.
Την άνοιξη του 1990, έφυγε από τη ζωή η μητέρα του, στην οποία είχε μεγάλη αδυναμία, γεγονός που τον κατέβαλε ακόμα περισσότερο. Λίγους μήνες αργότερα, αντιμετώπισε ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας με το χέρι του (η διάγνωση του Περιφερειακού Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών της 18ης Αυγούστου του 1990 ήταν «πάρεση βραχιόνιου αριστερού πλέγματος») και η κακή ψυχολογία του επιδεινώθηκε. Παρ’ όλο που η κατάσταση του χεριού του ήταν πολύ σοβαρή και πιθανώς μη αναστρέψιμη, ετοίμασε με το συγκρότημά του, τους «Απροσάρμοστους», τον καινούργιο του δίσκο (πρόκειται για το μεταθανάτιο άλμπουμ Άντε και Καλή Τύχη Μάγκες) και έδωσε συναυλίες.
Στις 6 Δεκεμβρίου του 1990, έπεσε σε κώμα στο σπίτι μιας γνωστής του στο Νέο Κόσμο και άφησε την τελευταία του πνοή κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», χάνοντας τη μάχη με την ηρωίνη.
Κηδεύτηκε στις 10 Δεκεμβρίου του 1990, στο κοιμητήριο του Κόκκινου Μύλου στη Νέα Φιλαδέλφεια, παρουσία ελάχιστων επωνύμων αλλά πλήθος κόσμου που είχε κατακλίσει το χώρο για να του πει το τελευταίο αντίο.
ΠΗΓΗ: www.rosa.gr