"παραπλάνηση - παραπλανώ"... Τι λένε τα λεξικά για τις λέξεις
"Παραπλάνηση"
παραπλανώ [paraplanó] -ιέμαι & -ώμαι : ενεργώ, συμπεριφέρομαι με τρόπο που οδηγεί, που παρασύρει κπ. στη διαμόρφωση εσφαλμένων αντιλήψεων και συμπερασμάτων, γίνομαι αιτία να ξεγελαστεί, να εξαπατηθεί κάποιος: Ο τύπος οφείλει να ενημερώνει και όχι να παραπλανά. Mε ψεύτικες υποσχέσεις προσπαθούν να παραπλανήσουν τον ελληνικό λαό. Οι αρχικές ενδείξεις παραπλάνησαν την αστυνομία και οδήγησαν τις έρευνες σε λάθος κατεύθυνση.
https://www.greek-language.gr/
παραπλανώ:
ενεργώ έτσι ώστε κάποιος να σχηματίσει λανθασμένο συμπέρασμα
"τα ψεύτικα στατιστικά που παρουσίασε παραπλάνησαν τους εργοδότες, δίνοντάς του περισσότερα κονδύλια"
Συνώνυμα
εξαπατώ
ξεγελάω
κοροϊδεύω
μπερδεύω
παρασύρω
Συγγενικά
παραπλανητικός
παραπλάνηση
παραπλανητικά
παραπλάνηση, η (ουσ.) [παραπλανη (παραπλανώ) -ση] : η εξαπάτηση, το ξεγέλασμα σι. (μτφ.) η αποπλάνηση, το ξελόγιασμα, το ξεμυάλισμα.
παραπλανώ ρ μετβ. ιμτ γν.) i παραπλανάς... | παραπλάν -ησα, -ώμαι, - άσαι..., -ήθηκα. -ημένος) :
-προξενώ πλάνη (σε κάποιον), ενεργώ έτσι. ώστε κάποιος να οδηγηθεί σε εσφαλμένο συμπέρασμα το oποίο με ευνοεί: ο στρατηγός παραπλάνησε τους εχθρούς με ένα ευφυές τέχνασμα II προσπάθησε να παραπλανήσει τους ξένους δημοσιογράφους
-παρουσιάζοντας μια εξωραϊσμένη εικόνα των φυλακών \\ η μελοδραματική αντίδραση ήταν για να παραπλανήσει το δικαστήριο (( παραπ/.άνησε τους ψηφοφόρους με ψεύτικες υποσχέσεις
ΣΥΝ. παραπείθω, ξεγελώ, παρασύρω, κοροϊδεύω, εξαπατώ.
https://users.sch.gr/galexiad/files/lexika/babiniotis.pdf
Η αναζήτηση, για το www.kozani.tv, Παναγιώτης Τσαρτσιανίδης