Ο Ψίθυρος του Σωκράτη (του Πασχάλη Τσολάκη)
Ήπια κρασί από το αμπέλι του Εμπεδοκλή,
η σκέψη εκτοξεύθηκε σε άλλα επίπεδα
, σε μνήμες ενός αναπόδεικτου χρόνου.
Κοιμήθηκα στο κρεβάτι της Ιόλης,
ξύπνησα στο μπαλκόνι του ουρανού.
Περπάτησα στη σκοτεινή ύλη του σύμπαντος
γυρεύοντας σημάδια του θεού.
Χάθηκα στους λαβύρινθους της αναζήτησης,
θέλησα να μπω στην απαγορευμένη
ζώνη του χρόνου, σε άλλες διαστάσεις,
με γύρισε πίσω ο σκοτεινός φιλόσοφος
λέγοντας μου μην πλησιάζεις τη φωτιά.
Δίψασα κι ήπια από της άρνης το νερό,
τίποτα δεν ξέχασα.
Κουρασμένος αποκοιμήθηκα
στο τάφο του Σωκράτη.
Άκουσα να μου ψιθυρίζει.
Ακόμα τίποτα δεν ξέρεις.
Ευθύς βρέθηκα να παλεύω
με μια σχεδία στο πέλαγος της άγνοιας.