Πόλεμος Ουκρανίας - Ρωσίας, ένας πόλεμος Καπιταλιστικών Συμφερόντων (Γράφει ο Παύλος Μασμανίδης)
Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι μια απλή γεωπολιτική σύμπτωση. Είναι ένας πόλεμος καπιταλιστικών συμφερόντων, με τις σπάνιες γαίες και τα στρατηγικά ορυκτά της περιοχής να αποτελούν το πραγματικό διακύβευμα
.Ο ΟΡΥΚΤΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ ΚΑΙ Η ΚΡΥΦΗ ΑΤΖΕΝΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Η Ουκρανία διαθέτει τεράστιο ορυκτό πλούτο, με εκτιμώμενη συνολική αξία που ξεπερνά τα 26 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό περιλαμβάνει κρίσιμα ορυκτά όπως το λίθιο, το τιτάνιο, το γραφίτη, το ουράνιο και τις σπάνιες γαίες. Σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομίας της Ουκρανίας, η χώρα κατέχει αποθέματα σε 22 από τα 34 ορυκτά που θεωρούνται κρίσιμα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, η Ουκρανία διαθέτει περίπου το 5% των παγκόσμιων αποθεμάτων σπάνιων γαιών.
Οι περιοχές του Ντονμπάς και του Λουχάνσκ, που βρίσκονται στο επίκεντρο της σύγκρουσης, φιλοξενούν μεγάλο μέρος αυτού του ορυκτού πλούτου. Εκτιμάται ότι η Ρωσία έχει καταλάβει έως και το 70% των ουκρανικών ορυκτών πόρων, αξίας περίπου 15 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η Ουκρανία κατέχει το 7% της παγκόσμιας παραγωγής τιτανίου και διαθέτει περίπου 500.000 τόνους αποθεμάτων λιθίου, καθιστώντας την έναν από τους μεγαλύτερους κατόχους λιθίου στην Ευρώπη. Επιπλέον, η χώρα είναι ο πέμπτος μεγαλύτερος παραγωγός γαλλίου παγκοσμίως, ένα στοιχείο κρίσιμο για την παραγωγή ημιαγωγών και LED.
Η οικονομική σημασία αυτών των πόρων είναι τεράστια. Για παράδειγμα, οι εξαγωγές τιτανίου της Ουκρανίας αποφέρουν περίπου 500 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, με δυνατότητα τριπλασιασμού με σύγχρονες τεχνικές εξόρυξης.
Η εκμετάλλευση αυτών των πόρων είναι κρίσιμη για τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια και την τεχνολογική πρόοδο, καθιστώντας την Ουκρανία στρατηγικό παίκτη στην παγκόσμια αγορά ορυκτών.
Η συμφωνία ΗΠΑ-Ουκρανίας: Μια νέα μορφή αποικιοκρατίας
Στις 30 Απριλίου 2025, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ουκρανία υπέγραψαν μια πολυσυζητημένη συμφωνία που επιτρέπει την πρόσβαση των ΗΠΑ σε κρίσιμους ορυκτούς πόρους της Ουκρανίας, όπως το λίθιο, το τιτάνιο και το ουράνιο. Η συμφωνία προβλέπει τη δημιουργία ενός κοινού επενδυτικού ταμείου για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, με ίση διαχείριση από τις δύο χώρες και δέσμευση για επανεπένδυση των κερδών στην ουκρανική οικονομία για τα πρώτα δέκα χρόνια.
Παρόλο που η Ουκρανία διατηρεί έστω στα χαρτιά την κυριότητα των πόρων της, η συμφωνία παρέχει στις ΗΠΑ προνομιακή πρόσβαση σε νέες εξορυκτικές δραστηριότητες, χωρίς να περιλαμβάνει ρητές εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία. Η συμφωνία αυτή έχει προκαλέσει ανησυχίες για το κατά πόσο εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Ουκρανίας ή αν αποτελεί ένα μέσο οικονομικής εξάρτησης από τις ΗΠΑ.
Οι κοινωνικές συνέπειες για τους Ουκρανούς πολίτες είναι σημαντικές. Η εκμετάλλευση των ορυκτών πόρων από ξένες εταιρείες ενδέχεται να οδηγήσει σε περιβαλλοντικές επιπτώσεις, περιορισμένη έως μηδενική συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων στα οφέλη και ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων. Επιπλέον, η σύνδεση της οικονομικής βοήθειας με την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων εγείρει ερωτήματα για την κυριαρχία και την αυτοδιάθεση της Ουκρανίας.
Από ευρωπαϊκής πλευράς, η συμφωνία αυτή έχει προκαλέσει προβληματισμό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία επίσης ενδιαφέρεται για την πρόσβαση σε κρίσιμα ορυκτά για την πράσινη μετάβαση και την τεχνολογική της αυτονομία, βλέπει τις ΗΠΑ να αποκτούν προβάδισμα στην περιοχή. Αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε αυξημένη εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ για την προμήθεια αυτών των πόρων, υπονομεύοντας τις προσπάθειες για στρατηγική αυτονομία και οικονομική ανεξαρτησία.
Η συμφωνία ΗΠΑ–Ουκρανίας, αν και παρουσιάζεται ως μέσο ανοικοδόμησης και συνεργασίας, εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την οικονομική κυριαρχία της Ουκρανίας, τις κοινωνικές επιπτώσεις για τους πολίτες της και τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην Ευρώπη.
Η Ρωσία: Ιμπεριαλισμός με μανδύα “παραδοσιακών αξιών”
Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι προϊόν μονομερούς δυτικής επιθετικότητας. Είναι το αποτέλεσμα της σύγκρουσης δύο ιμπεριαλιστικών πόλων της Δύσης και της Ρωσίας που διεκδικούν τον έλεγχο των ίδιων πόρων, της ίδιας γεωγραφίας και του ίδιου γεωπολιτικού ζωτικού χώρου. Η Ρωσία του Πούτιν δεν είναι αντι-ιμπεριαλιστική δύναμη, ούτε φυσικά «προστάτης των λαών», όπως προσπαθεί να εμφανιστεί μέσω της ρητορικής της.
Αντίθετα, η ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία αποτελεί αναβίωση των παραδοσιακών τσαρικών και σοβιετικών πρακτικών γεωπολιτικής επέκτασης. Η αναγνώριση και προσάρτηση εδαφών (Κριμαία, Ντονμπάς), οι βίαιες επεμβάσεις, οι δολοφονίες πολιτών, οι εθνοκαθαρτικές τακτικές και η επιβολή ρωσικής γλώσσας και πολιτισμού δεν διαφέρουν σε τίποτα από τις πρακτικές που υποτίθεται ότι ο Πούτιν καταγγέλλει στη Δύση. Ο στόχος είναι σαφής: η μετατροπή της Ουκρανίας και δυνητικά όλης της Ανατολικής Ευρώπης σε ζώνη ρωσικής επιρροής, ελεγχόμενη πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά.
Παράλληλα, η Ρωσία εργαλειοποιεί συστηματικά την Ορθοδοξία για να νομιμοποιήσει τις επεκτατικές της βλέψεις. Ο Πούτιν προβάλλει τον εαυτό του ως “προστάτη της Ορθόδοξης πίστης” και ως υπερασπιστή των παραδοσιακών αξιών απέναντι στη “διεφθαρμένη” Δύση. Αυτή η θρησκευτική ρητορική δεν είναι απλώς ιδεολογικό περιτύλιγμα είναι εργαλείο στρατηγικής προπαγάνδας. Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, πλήρως ενταγμένη στο κρατικό αφήγημα, ευλογεί τον πόλεμο, τον παρουσιάζει ως “ιερό αγώνα” και προσπαθεί να ενισχύσει την εθνικιστική συνοχή τόσο εντός Ρωσίας όσο και στις ρωσόφωνες κοινότητες εκτός συνόρων.
Αυτός ο συνδυασμός εθνικισμού, επεκτατισμού και θρησκευτικού φανατισμού διαμορφώνει μια νέα μορφή θεοκρατικού ιμπεριαλισμού, όπου το δόγμα και η σπάθα βαδίζουν χέρι-χέρι. Οι Ουκρανοί πολίτες δεν βρίσκονται μόνο αντιμέτωποι με τον δυτικό νεοφιλελευθερισμό και την αποικιοκρατική οικονομία των ΗΠΑ βρίσκονται και μπροστά σε μια ρωσική επιβολή που χρησιμοποιεί τη βία και τη θρησκεία ως όπλα υποταγής.
Η ρωσική εισβολή και κατοχή σε τμήματα της Ουκρανίας δεν ήταν ποτέ “αντίσταση στο ΝΑΤΟ”, όπως προσπαθούν να υποστηρίξουν ορισμένοι «αντιιμπεριαλιστικοί» κύκλοι. Είναι συνειδητή γεωστρατηγική επιλογή, με στόχο την ανασυγκρότηση της “ρωσικής σφαίρας επιρροής”, με όλα τα χαρακτηριστικά ενός κλασικού ιμπεριαλιστικού σχεδίου: αρπαγή εδαφών, έλεγχος πόρων, εθνοπολιτική καταστολή και επιβολή του δικού της οικονομικού και πολιτισμικού μοντέλου.
Η υποκρισία της Δύσης είναι δεδομένη αλλά η ρωσική στάση δεν είναι λιγότερο βίαιη, καταπιεστική και επεκτατική. Ο λαός της Ουκρανίας, όπως και κάθε άλλος λαός που βρίσκεται στη μέγγενη των ανταγωνισμών αυτών των δύο συστημάτων, πληρώνει με αίμα το τίμημα των ξένων βλέψεων.
Η Ελλάδα και η ενεργή εμπλοκή της στον πόλεμο
Η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, να εμπλέξει ενεργά τη χώρα στον πόλεμο της Ουκρανίας με την αποστολή στρατιωτικού υλικού, σηματοδοτεί ένα ιστορικό πισωγύρισμα. Για πρώτη φορά μεταπολεμικά, η Ελλάδα εγκαταλείπει τον ρόλο της ως παράγοντας σταθερότητας στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο και επιλέγει να ταυτιστεί απόλυτα με τις επιθετικές επιδιώξεις του ΝΑΤΟ και των Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν πρόκειται για κάποια "αλληλεγγύη προς τον ουκρανικό λαό", όπως διατείνεται η κυβέρνηση· πρόκειται για τυφλή υπακοή στις εντολές της Ουάσινγκτον & της Ε.Ε, χωρίς ίχνος στρατηγικής ή εθνικής αξιοπρέπειας.
Η αποστολή όπλων από την Ελλάδα σε εμπόλεμη ζώνη —από τεθωρακισμένα BMP-1 μέχρι πυρομαχικά και καλάσνικοφ— πραγματοποιήθηκε χωρίς καμία συζήτηση στη Βουλή, χωρίς καμία ουσιαστική ενημέρωση του λαού. Με αυτή την ενέργεια, η ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο εκθέτει τη χώρα σε κινδύνους και πιθανές ρωσικές αντιδράσεις, αλλά επιπλέον ευτελίζει την έννοια της εθνικής κυριαρχίας. Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας μοιάζει πλέον να συγγράφεται απευθείας από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Δεν είναι τυχαίο ότι η εμπλοκή αυτή συνοδεύτηκε από πλήθος ενεργειακών και στρατιωτικών παραχωρήσεων στις ΗΠΑ. Οι βάσεις στη Σούδα, στην Αλεξανδρούπολη και στη Λάρισα έχουν μετατραπεί σε αμερικανικά φυλάκια πρώτης γραμμής, εξυπηρετώντας πολεμικές επιχειρήσεις και αμερικανικά logistics. Όλα αυτά την ίδια στιγμή που η ελληνική κοινωνία υποφέρει από ακρίβεια, ενεργειακή ανασφάλεια και φτώχεια. Ο ίδιος ο Μητσοτάκης καυχήθηκε για τον ρόλο της Αλεξανδρούπολης ως κόμβου μεταφοράς ΝΑΤΟϊκού στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία, μια δήλωση-ομολογία εξάρτησης και πολιτικής δουλοπρέπειας.
Αυτός ο βαθμός υποτέλειας δεν είναι ούτε "αναγκαίος" ούτε "προϊόν διεθνών υποχρεώσεων". Είναι επιλογή. Επιλογή μιας κυβέρνησης που προτιμά να εξυπηρετεί τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ αντί να υπερασπίζεται τα συμφέροντα του ελληνικού λαού. Επιλογή μιας ελίτ που βλέπει την Ελλάδα όχι ως κυρίαρχο κράτος αλλά ως "προγεφύρωμα" στρατιωτικών και οικονομικών συμφερόντων στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο.
Η εμπλοκή της Ελλάδας στον πόλεμο της Ουκρανίας ήταν και είναι ιστορικά επικίνδυνη. Και η ευθύνη δεν βαραίνει απλώς τον Πρωθυπουργό, αλλά συνολικά το πολιτικό σύστημα που συγκατανεύει σιωπηλά στη μετατροπή της χώρας σε αμερικανικό προτεκτοράτο.
Τέλος, ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι μια "σύγκρουση για τη δημοκρατία", όπως θέλουν να μας πείσουν οι δυτικοί ηγέτες. Είναι μια ωμή σύγκρουση συμφερόντων για τον έλεγχο του φυσικού πλούτου, της γεωπολιτικής επιρροής και των αγορών. Στο επίκεντρο του πολέμου δεν βρίσκονται οι λαοί, αλλά οι σπάνιες γαίες, το λίθιο, το τιτάνιο και η ενεργειακή κυριαρχία. Οι περιοχές του Ντονμπάς και του Λουχάνσκ δεν έγιναν τυχαία θέατρο πολέμου έγιναν στόχος γιατί βρίθουν φυσικών πόρων στρατηγικής σημασίας.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ντυμένες τον μανδύα του προστάτη της ελευθερίας, στήνουν τη δική τους αποικιοκρατική σκακιέρα στην καρδιά της Ευρώπης, εξασφαλίζοντας πρόσβαση στους ουκρανικούς πόρους μέσω οικονομικών συμφωνιών που θυμίζουν περισσότερο ληστρική σύμβαση παρά συμμαχική στήριξη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ανίκανη ή απρόθυμη να χαράξει ανεξάρτητη στρατηγική, παρακολουθεί παθητικά την αμερικανική επέλαση, πληρώνοντας το τίμημα της ενεργειακής εξάρτησης, της ακρίβειας και της γεωπολιτικής υποτίμησης.
Μέσα σε αυτήν τη διεθνή ζοφερή εικόνα, η στάση της ελληνικής κυβέρνησης αποδεικνύεται όχι απλώς ανεύθυνη, αλλά ιστορικά επικίνδυνη. Η ενεργή εμπλοκή της Ελλάδας στον πόλεμο με την αποστολή στρατιωτικού υλικού και η υποταγή της στους σχεδιασμούς των ΗΠΑ καταργούν κάθε έννοια εθνικής ανεξαρτησίας. Η χώρα μας δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, αλλά λειτουργεί ως εκτελεστικό όργανο των αμερικανικών εντολών και αυτό με αντάλλαγμα όχι την προστασία ή την ενίσχυση της θέσης της, αλλά τη βαθύτερη εξάρτηση.
Ο ουκρανικός λαός ματώνει για μια ειρήνη που δεν έρχεται αλλά και όταν έρθει, θα έρθει με ανταλλάγματα που θα του αφαιρούν την εθνική του κυριαρχία και τον πλούτο της γης του. Οι Έλληνες πολίτες βλέπουν τη χώρα τους να μετατρέπεται σε στρατιωτικό προγεφύρωμα, σε οικονομικό δορυφόρο, σε κράτος πελάτη.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι απλώς μια γεωπολιτική σύγκρουση. Είναι καθρέφτης ενός κόσμου όπου ο καπιταλισμός δεν διστάζει να θυσιάσει λαούς, εδάφη και κοινωνίες στο βωμό της κερδοφορίας και της κυριαρχίας. Και όσο οι κυβερνήσεις υποτάσσονται, τόσο πιο επιτακτική γίνεται η ανάγκη οι ίδιοι οι λαοί να σηκώσουν το ανάστημά τους.