Ευτύχης Μπιτσάκης: Αγωνιστής ανθρώπινος και αληθινός (του Δημήτρη Καλτσώνη)
Ήρθα σε επικοινωνία με το έργο Ευτύχη Μπιτσάκη για πρώτη φορά όταν ήμουν μαθητής στη Γ’ Λυκείου. Μια φίλη μου χάρισε τα βιβλία του Διαλεκτική και νεώτερη
φυσική και Το είναι και το γίγνεσθαι. Αργότερα, φοιτητής της Νομικής, διάβασα το μικρό, εισαγωγικό, υπέροχο βιβλίο του Τι είναι φιλοσοφία. Θυμάμαι ότι είχα ενθουσιαστεί και το χάριζα από εδώ και από εκεί. Τις επόμενες δεκαετίες είχα μια πιο συστηματική γνωριμία με το έργο του Ευτύχη Μπιτσάκη.
Από κοντά τον συνάντησα τέλη δεκαετίας του 1990, όταν για πρώτη φορά έστειλα στο περιοδικό Ουτοπία ένα άρθρο μου και δημοσιεύθηκε. Λίγα χρόνια αργότερα μου πρότεινε και συμμετείχα στη συντακτική επιτροπή του περιοδικού. Εκεί είχα την ευκαιρία να τον γνωρίσω καλύτερα.
Ήταν απλός, σεμνός, προσηνής, ειλικρινής. Είχε το μεγαλείο του σπουδαίου ανθρώπου, που δεν θέλει και δεν χρειάζεται να επιδεικνύεται. Διακρινόταν για την ευρυμάθειά του, τη διαύγεια πνεύματος, τη δημοκρατική του συμπεριφορά, την ευγένεια και το σεβασμό που έδειχνε απέναντι σε εμάς τους νεώτερους επιστήμονες. Παρότι οι πολιτικές επιλογές μας δεν συνέπιπταν, δεν υπήρξε ούτε μια στιγμή έντασης ανάμεσά μας. Ο Ευτύχης Μπιτσάκης ήταν πάνω από όλα Δάσκαλος. Φιλικός απέναντί στον άλλον, συζητούσε, ανέπτυσσε τα επιχειρήματά του αλλά και άκουγε προσεκτικά το συνομιλητή του.
Εξάλλου γνώριζε πολύ καλά ότι ο μαρξισμός δεν είναι γραφειοκρατικό δόγμα αλλά επιστήμη και έτσι, ως επιστήμη πρέπει να τον μεταχειριζόμαστε. Η επιστήμη θέλει διάλογο, ακόμη και αντιπαράθεση απόψεων, θέση και αντίθεση, σύνθεση, έλεγχο των πορισμάτων και επαλήθευση στην πράξη. Η επιστήμη έχει επίσης τη σχετική της αυτοτέλεια έναντι της πολιτικής.
Ο Ευτύχης Μπιτσάκης ήταν αγωνιστής, μαχητής. Το απέδειξε σε όλη τη ζωή του. Ήταν παράλληλα ανθρώπινος, αληθινός. Θυμάμαι μια φορά, τώρα τα τελευταία χρόνια, όταν μου είπε αυτοσαρκαζόμενος: “Για φαντάσου τι είναι ο άνθρωπος, είμαι 90 ετών και ανησυχώ μην αρρωστήσω και πεθάνω. Όταν ήμουν 20-25, καταδικασμένος σε θάνατο, έπεφτα στο πάτωμα της φυλακής και κοιμόμουν, χωρίς να με νοιάζει τίποτα”.
ΠΗΓΗ: https://kommon.gr