Μικρή αγγελία (του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη)
Δεν έλαβε τα μέτρα του, όταν τουλάχιστον μπορούσε. Από άγνοια, απ’ αδιαφορία, απ’ έλλειψη χρόνου; Το σίγουρο είναι ότι
ως άνθρωπος έφερε κι έναν βαθμό υπεροψίας. Αλλά όταν ήρθε ο καιρός των ανασκοπήσεων, δεν είχε ούτε ένα πάθος, μια εμμονή, έναν φανατισμό. Κατιτί, τέλος πάντων, για να απορροφά τη σκέψη του και να τον κάνει να αποξεχνιέται. Θέλοντας και μη, στράφηκε στα εντός του. Όπου ήλπιζε ανασκαλεύοντας το παρελθόν να βρει ένα βαθύτερο νόημα, για να στεγάσει τις αγωνίες του, ή τουλάχιστον κάποιον φταίχτη, για να του χρεώσει την ευθύνη. Και αφού στράγγιξε για τα καλά τη μνήμη του, κατέληξε σε έναν απολογισμό που θα μπορούσε να συμπυκνωθεί ως εξής:
Γεννήθηκα στις αρχές του ’70, μεγάλωσα σε ένα χωριό της Μακεδονίας, τελείωσα εκεί το δημοτικό, πήγα γυμνάσιο-λύκειο σε μια γειτονική πόλη, πέρασα στο πανεπιστήμιο, δούλεψα στον ιδιωτικό τομέα, διορίστηκα μετά στο δημόσιο, εργάζομαι στη μέση εκπαίδευση, προσβλέπω πλέον στη σύνταξη και τώρα πια κοιτώντας πίσω δεν τα βάζω με τον εαυτό μου, γιατί άφησα να περάσουνε τα χρόνια, αλλά γιατί μου είναι αδύνατον να συνδέσω το πέρασμά τους με αναμνήσεις τέτοιες που θα με βοηθήσουνε να συστήσω μια αυτοδιηγητική αφήγηση ιδιωτικής ανάγνωσης με αρχή-μέση και τέλος, αντί για τούτο δω το μεταμοντέρνο παραμιλητό, που θα μπορούσε να συμπυκνωθεί σε τρεις και μόνο αράδες, εν είδει μικρής αγγελίας:
Ζητούνται επειγόντως αναμνήσεις. Κατά προτίμηση, ανώδυνες. Προς ποιητική, υπαρξιακή και ασφαλώς πολιτική χρήση.
Η Ιδιωτική μου Αντωνυμία, εκδ. Κίχλη, 2018