Όσο ο λαός ανέχεται, το κεφάλαιο αποθρασύνεται
Ο μισάνθρωπος και αντικοινωνικός κυνισμός των εξουσιαστών και των πολιτικών φερέφωνών τους...
Αρθρογράφος: Χρήστος Δ. Τουρτούρας
«Απομένουν ακόμη 1.100 κενά και μιλάω για κενά που αφορούν την επάρκεια στα σχολεία,
όχι την πληρότητα, γιατί αυτός ο στόχος δεν επιτυγχάνεται πια. Δεν μπορώ να τα καλύψω αυτά τα 1.100 κενά γιατί δεν έχω άλλα κονδύλια. Αξεπέραστο το πρόβλημα λοιπόν. Τι να κάνω; Προσπαθώ κατ' αρχήν να βρω μια λύση που δεν μπορώ να αποκαλύψω ακόμα, αλλά επειδή δεν είμαι σίγουρος ότι θα προχωρήσει, σκέφτομαι ότι αν βρεθώ σε αδιέξοδο το μόνο που απομένει είναι να απευθυνθώ στον ανώνυμο εκπαιδευτικό ζητώντας την εθελούσια συνεισφορά του. Να δουλέψει χωρίς λεφτά για να καλυφθούν τα κενά, εθελοντικά δηλαδή, με αντάλλαγμα κάποια μόρια που θα τον βοηθήσουν όταν γίνουν προσλήψεις» (Ανδρέας Λοβέρδος, Νοέμβρης του 2014).Δεδομένου του ανεκπλήρωτου των υποσχέσεων του Υπουργού για μοριοδότηση και διορισμό, εκείνο που εν τέλει ανταλλάσσεται είναι ελπίδες και όνειρα με πλούτο παραγωγικό από την εκλογικευμένη «εθελούσια» προσφορά της εργατικής τους δύναμης, από όσους παράγουν χωρίς να έχουν πρόσβαση στα μέσα της παραγωγής και, άρα, στη διαμόρφωση των όρων και των σχέσεων στην παραγωγική διαδικασία. Συνειδητά μιλούμε δε για μελλοντικά ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, αφού τα 1.100 κενά που απασχολούν τον κ. Λοβέρδο δε θα υπήρχαν, αν το Υπουργείο επαναπροσλάμβανε τους συναδέλφους εκπαιδευτικούς που έθεσε σε διαθεσιμότητα το περασμένο καλοκαίρι· επίσης, αν διέθετε στα σχολεία έναν σημαντικό αριθμό από κηφήνες προσκολλημένους σε γραφεία εκπαίδευσης ή σε πολιτικά γραφεία ή σε έναν αριθμό από απίθανους άλλους φορείς, πολλοί από τους οποίους ελάχιστα ή και καθόλου δεν έχουν υπηρετήσει στις φυσικές τους θέσεις ως εκπαιδευτικοί· ακόμη, αν διέθετε έναν πακτωλό χρημάτων που προέρχονται από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τύπου ΕΣΠΑ) στην αναπλήρωση των διδακτικών (οργανικών και λειτουργικών) κενών με αναπληρωτές ή με νέους διορισθέντες, προβαίνοντας σε διορισμούς τρία χρόνια τώρα και όχι επιτρέποντας να διασπαθίζονται σε τακτικές αντιμετώπισης κατασκευασμένων και υπερφυσικά διογκωμένων φαινομένων, όπως εκείνο του σχολικού εκφοβισμού, που τόσο σκωπτικά αντιμετωπίζονται από την πλειοψηφία του μάχιμου εκπαιδευτικού κόσμου που επιλέγει την κριτική στάση και αντιμετώπιση από τη φαιδρότητα πρακτικών υπό το κράτος του πανικού ή της ιδιοτέλειας. Γιατί πολύ απλά, πρώτα στελεχώνεις τα σχολεία με εκπαιδευτικούς και παιδιά, μετά εξασφαλίζεις τη λειτουργία τους με κατάλληλες χρηματοδοτήσεις και στο τέλος επιλύεις καταστάσεις που εμφανίζονται, αν βέβαια εμφανίζονται, κατά τη διάρκεια της καθημερινής σχολικής ζωής. Εκτός κι αν προτίθεται το Υπουργείο να θέσει τέλος στο φαινόμενο, ας υποθέσουμε, του σχολικού εκφοβισμού, κλείνοντας σχολεία...
Αλλά ο κ. Λοβέρδος έδειξε τις πραγματικές του διαθέσεις για την «εύρυθμη» λειτουργία της εκπαίδευσης και από τις επιλογές που έκανε όσον αφορά ποιους εκπαιδευτικούς επιθυμεί να υπηρετούν στα δημόσια σχολειά. Χρεώνεται, λοιπόν, με την απαγόρευση συγκρότησης συνδυασμού στα ψηφοδέλτια των πρόσφατων εκλογών των εκπαιδευτικών για τα κεντρικά τους όργανα από τους συναδέλφους που τελούν σε διαθεσιμότητα, ξεχνώντας εντελώς ότι αποτελούν μια όχι ασήμαντη εκκρεμότητα στη συζήτηση περί κάλυψης διδακτικών κενών, ενώ αντίθετα, προτίμησε –για άλλους ενέδωσε στις πιέσεις- την επικύρωση ακροδεξιού σχηματισμού εκπαιδευτικών στην ίδια εκλογική διαδικασία. Σε μια συγκυρία μάλιστα, που η κεντρική πολιτική της κυβέρνησης εκθέτει την τακτική του Υπουργού Παιδείας, παραπέμποντας –έστω κι επικοινωνιακά- στη Δικαιοσύνη τα στελέχη της Χρυσής Αυγής και ενάγοντας την ίδια ως παρακρατική, εγκληματική οργάνωση. Αυτή τη στιγμή λοιπόν, η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας επιτρέπει ανθρώπους με ρατσιστική ιδεολογία να «υπηρετήσουν» την κοινωνία από το νευραλγικό χώρο της εκπαίδευσης.
Καταλήγοντας, λοιπόν, στο ότι η πρακτική του Υπουργού εντάσσεται στο προσφιλές ρεπερτόριο εξαπάτησης του λαού με σκοπό την απόσπαση της συναίνεσής του για τη διαιώνιση των εκμεταλλευτικών σε βάρος του σχέσεων, οι νέοι και οι νέες αδιόριστοι και αδιόριστες εκπαιδευτικοί έχουν χρέος προς τους εαυτούς τους να κατανοήσουν ότι η δική τους εργατική δύναμη αποτελεί το κατεξοχήν κεφάλαιο απόσπασης υπεραξίας για την εργοδοσία και να αντισταθούν στην παρόρμηση να προσφέρουν τα πρωτοτόκια τους αντί ενός πινακίου φακής και μάλιστα απόλυτα κενού. Σε άλλη περίπτωση, θα ’ναι σα να αποδέχονται για τους εαυτούς τους την ιδιότητα του άμισθου προλετάριου, που στον καπιταλισμό καταντά να βρίσκεται σε χειρότερη θέση και από εκείνη του δούλου στις παλιές φεουδαρχικές δουλοκτητικές κοινωνίες, αφού ο τελευταίος κατά το Μαρξ είχε τουλάχιστον κάτι για να φάει και κάπου για να μείνει.
Χρήστος Δ. Τουρτούρας
Λέκτορας Παιδαγωγικής
Π.Τ.Δ.Ε./Α.Π.Θ.